Συγκλονιστικές εξελίξεις
Ώπα! πετάγομαι αμέσως στα όπλα. "Τσιμπάει ρε!" Κάθομαι πάλι κάτω για μισό δευτερόλεπτο και ξαναπετάγομαι από τη χαρά μου. "Χο χο τσιμπάει, τσιμπάει και είναι και δυνατό, σαν κουταλιανός το άτιμο". Και με το που το λέω αυτό, τσαφ! με τραβάει μία και κόντεψε να με ρίξει στη θάλασσα. "Ριε! κερατά", του λέω εγώ, "κάτσε καλά, εγώ θα σε φάω όχι εσύ".
Και σμπρώχνει αυτό, κρατάω εγώ την πετονιά με τέχνη, ξανασμπρώχνει αυτό πουθενά εγώ, ακούνητος, κολοσσός που με έλεγε μια φίλη μου, για άλλους λόγους. Πάει το άτιμο να ξεγλιστρήσει από το αγγίστρι, αλλά που να γλιτώσει από το μάστορα. Θα πέρασε και ένα τέταρτο που έσμπρωχνε, λες και είχε πάρει βιταμίνες ή προφιτερόλ από το ζαχαροπλαστείο του Ψωμιάδη.
Καμιά φορά κάνω να το τραβήξω προς τα έξω και δεν πιστεύω στα μάτια μου. Μια ψαρούκλα 5 κιλά! Τόση! με το συμπάθειο. Ο Πάγκαλος των σαργών. Με κοιτάει και με αυτά τα λυπημένα τα μάτια του και άρχισα να το λυπάμαι, αλλά λέω κρέας δεν τρώω που δεν τρώω να σταματήσω και τα ψάρια τώρα επειδή τα πιάνω μόνος μου, κρίμα. Έπειτα, εσύ ρε φίλε θα έχεις και πέντ' έξι χιλιάδες αδέρφια. Σιγά μη σε θυμάται η μάνα σου για να σε κλάψει. Ζωή σε λόγου μας, λοιπόν.
Άναψα φωτιά, έβαλα μια κατσαρόλα με νερό από πάνω και λίγο πάνω από τη στάθμη του νερού, έβαλα μια σχάρα με το καθαρισμένο ψαροβούβαλο. Ψήθηκε στον ατμό μετά από 25 λεπτά. Μπεεεερπ. Συγγνώμη. Πεντανόστιμο ήταν το συγχωρεμένο. Έμεινε και για σήμερα και για αύριο και για μεθαύριο. Μπεεεερπ. Ξανασυγγνώμη, αλλά πρέπει να δείξω τους καλούς μου τρόπους και ότι ενσωματώνομαι σιγά σιγά στην ντόπια κοινωνία. Είμαι με τους φίλους μου, θαμμώνες του νετ καφέ. Μη με περάσουν και για χλεχλέ!
Υ.Σ. Η ιστορία ήταν απολύτως πραγματική και δεν ανήκει στις γνωστές ιστορίες των Ελλήνων ψαράδων, που το τόσο το κάνουν ΤΟΣΟ!!! (Μεταξύ τους, στις διηγήσεις για τα κατορθώματά τους και στις γκόμενες που χαλβαδιάζουν, για άλλο ζήτημα.