Τετάρτη, Μαΐου 30, 2007

Το Μενού

Λοιπόν, επιχειρηματικά το βλέπω να σκίζω. Το μενού μου είναι ακαταμάχητο:

Φέρνω μπρόκολα από την Αυστραλία, τα μαγειρεύω στον ατμό, τα κόβω σε μπουκιές και βάζω βραστές πατάτες και χλωρό κρεμμύδι που αγοράζω από τους Ινδονήσιους εμπόρους. Ρίγανη βρήκα, εισαγωγής και αυτή και ρίχνω αρκετή στο πιάτο. Επίσης λίγο αλατάκι, λεμόνι και λαδάκι Κρητικό παρακαλώ. Υπάρχει ένας Γάλος έμπορος, ο Φιλίπ, που μπορεί να μου βρει τα πάντα.

Σερβίρω το πιάτο με μια φέτα ψωμί, που το φτιάχνουμε εδώ με μαύρο σιτάρι ολικής. Πήρα 10 τσουβάλια. Άλλα πιάτα που έχω είναι σούπες λαχανικών, ψαρόσουπα με και χωρίς αυγολέμονο, φασολάδα, ρεβύθια, φρέσκα ψάρια στον ατμό, ρύζι αναποφλοίωτο, ενώ υπάρχει πρόβλεψη και για φαλάφελ. Επίσης βρήκα και πιπεριές, κολοκύθια, μελιτζάνες για γεμιστά, μπριάμ και ιμάμ. Ντομάτες δυσκολεύομαι. Μόνο πουρές.

Α, να μην ξεχνάμε και τις σαλάτες. Έχω παραγγείλει 12 διαφορετικά λαχανικά, μαρούλι, μάπα, ρόκα, κουνουπίδι, λάχανο, άισμπεργκ, γλυκοπατάτα, ραπανάκι, καρότο, μελιτζάνα, κολοκύθι και πολλά φύτρα από ότι υπάρχει. Ο Φιλίπ μου υποσχέθηκε ότι θα φέρνει ότι βρίσκει. Αναμειγνύω τα υλικά σε 15 διαφορετικά πιάτα.

Πιστεύω όπως είπα ότι θα σκίσω επιχειρηματικά, αν και το κλίμα είναι δυσοίωνο. Η Σύλβα έφαγε ένα, δυο από τα πιάτα και μετά δεν πεινούσε. Το μεσημέρι όμως έφευγε για το σπίτι της για να φάει κανονικό φαγητό, όπως έλεγε. Ο Τζόνι δεν έχει ακουμπήσει τίποτα και την πρώτη μέρα έριξε απλώς σε μια τσάντα, ότι δεν είχε φάει η Σύλβα, δηλαδή όλα και τα πήγε στο σκυλάκι του. Τις υπόλοιπες μέρες δεν πήρε τίποτα, γιατί το σκασμένο δεν είχε φάει ούτε τα προηγούμενα.

Παρ' όλα αυτά δεν είμαι καθόλου προληπτικός και πιστεύω όπως είπα και ξαναείπα ότι θα σκίσω. Έχω "μάρκετινγκ πλαν" κυρίες και κύριοι. Με τη διαφήμιση θα μπορούσα να τους πείσω σιγά σιγά να μάθουν να τρώνε και σκατά. Τόσα χρόνια στην Ελλάδα, τι διάολο δεν μπορώ να αντιγράψω τις εταιρείες τροφίμων;

Έπειτα, όλοι εδώ τρώνε μπιφτέκια και μπανάνες που αντικαθιστούν το ψωμί. Στουμπώνουν λοιπόν για τα καλά και το πρώτο σύστημα που καταστρέφεται μέσα τους είναι το πεπτικό. Εδώ οι άνθρωποι πάνε στην τουαλέτα κάθε 3 ημέρες και αγωνίζονται με φωνές, κλάματα και αναφιλητά να απελευθερωθούν από την κακή ύλη μέσα τους. Το χέσιμό τους είναι ο οργασμός τους. Οι υπόλοιποι που βρίσκονται σε ακτίνα 500 μέτρων απλώς χειροκροτούν και αναφωνούν "και στα δικά μας".

Έχω λοιπόν προσέξει όλα τα πιάτα μου να έχουν φυτικές ίνες και πολύ νερό στη σύνθεσή των υλικών τους. Το μαύρο ψωμί είναι σπέσιαλ, όπως και το μαύρο ρύζι και τα βάζω παντού. Οι συνατολιώτες μου θα τα γεμίσουν όλα στο νησί. Θα αισθανθούν πιο απελευθερωμένοι από ποτέ. Θα συρρέουν στο εστιατόριο μου για λίγο μπρόκολο και τις λυτρωτικές στιγμές ψυχικού και σωματικού ξαλαφρώματος που η λεκανάτη γιόγκα θα μπορέσει να τους προσφέρει. Σε λίγο καιρό θα θέλουν να μάθουν και μπαλέτο από τη χαρά τους.

Σατανικό το σχέδιο μου, αλλά ή γίνεσαι καπιταλιστής ή δε γίνεσαι!

Κυριακή, Μαΐου 27, 2007

Οι τρεις άνθρωποι και εγώ

Από όλες τις παράλληλες καμπύλες του χρόνου η ζωή είναι η πιο κατανοητή στον άνθρωπο, επειδή είναι προικισμένος με ένα ειδικό εργαλείο για να την καταλαβαίνει, το οποίο το λένε εγωισμό. Της αξίζει για το λόγο αυτό, περισσότερο από κάθε τι άλλο ο σαρκασμός.

Φεύγουν οι άνθρωποι δίπλα μας και εμείς κλαίμε, γιατί κλωνίζεται μέσα μας η βεβαιότητα της ζωής. Της δικής μας ζωής, κάτι άλλο πέρα από αυτό δεν υπάρχει, παρά μόνο για κάποια πεντάλεπτα που το πλήθος τους εξαρτάται από την ψυχική ισορροπία του καθένα από μας.

Και ο καθένας από μας δεν είναι καθένας, είναι τρεις άνθρωποι. Ο ένας, ο πιο βαθύς από τους τρεις μας είναι αυτός που ασχολείται με την κατανόηση του φαινομένου της ζωής, δηλαδή του εαυτού του. Ο άλλος, ασχολείται με αυτά τα πεντάλεπτα της κατανόησης αυτού που υπάρχει πέρα από τον εαυτό μας. Τον τρίτο τον στέλνουμε να κάνει τις όποιες δουλειές και θελήματα έχουμε αποφασίσει γι’ αυτόν.

Ο δικός μου ο πρώτος, ο ονειροπαρμένος με έβαλε να φύγω, να έρθω στα Κιριμπάτι, να ζήσω εδώ, να αλλάξω τη ζωή μου, να φανταστώ το μέλλον μου. Ο μεσαίος, ο τεμπέλης που λέγαμε πριν, ασχολήθηκε για λίγο με το αν τα όνειρα μου θα είχαν κάποια απήχηση στην πραγματικότητα των άλλων. Επίσης επειδή είναι μαγκάκος, τα όσα έγιναν τις τελευταίες ημέρες, δεν είναι καθόλου διατεθειμένος να τα ξεχάσει. Ο τρίτος, το καρνάγιο, τρίβει όλη μέρα, καθαρίζει, καρφώνει, κλείνει συμφωνίες με εμπόρους, κάνει χιούμορ με τους ντόπιους, τσακώνεται με τις αρχές.

Τουτέστιν, τα έβαλα σε μια τάξη τα πράγματα και έστειλα αυτόν αντί για τους άλλους δύο τους χέστηδες στην Αμερικάνα για καμάκι. Μια χαρά τα πήγε.

- Γεια!
- Γεια!
- ....
- Ναι...
- ... Σκέφτομαι πολλές ημέρες να σου μιλήσω και θα μπορούσα να το σκέφτομαι για πολύ καιρό ακόμα.
- Και γιατί το σκέφτεσαι τόσο πολύ;
- Γιατί ακόμα και οι στιγμές αυτές φτάνουν για να με γεμίσουν με χαρά.
- ... (έχει το πιο γλυκό χαμόγελο του κόσμου) ... με σκέφτεσαι και χαίρεσαι; Αυτό είναι γλυκό.
- Και γελάω επίσης.
- Γιατί γελάς;
- Γιατί ενώ όλα πάνε καλά στην αρχή, κάπου στην πορεία κάτι συμβαίνει, π.χ μου λες πως είναι καλή η προσπάθεια μου αλλά την άλλη φορά να μην ξεχνάω ανοιχτό το φερμουάρ μου όταν μιλάω σε κυρίες.
- (Πρώτα κοίταξε και μετά γελάσε με την καρδιά της).
- Ακόμα δεν έχω καταφέρει να τελειώσω καμιά κουβέντα μας. Όλο κάτι συμβαίνει.
- Και αυτή την κουβέντα μας πως σκέφτεσαι να την τελειώσεις;
- Ενδιαφέρομαι για μια κουβέντα μαζί σου που δε θα τελειώσει... μόνο θα αρχίσει.
- Για να είμαστε σε αυτό το νησί και οι δύο σίγουρα θα έχουμε πράγματα να συζητήσουμε.
- Θα μπορούσα να σου κάνω το τραπέζι κάποτε;
- Σύντομα. Θα σε ειδοποιήσω...

Σάββατο, Μαΐου 26, 2007

Για την Αμαλία




Η σκέψη μας μαζί σου Αμαλία, γιατί έζησες και έφυγες με Aξιοπρέπεια.

Παρασκευή, Μαΐου 25, 2007

Η έμπνευση και η κ...

Πόσο μ' αρέσει όταν εκνευρίζονται οι αρχές μαζί μου. Πολύ! Τότε είναι που βγάζουν τον πιο αστείο εαυτό τους. Τον αστείαρχο εαυτό τους. Καλά με λέει η Μάικα "Καββατρία", έχω πολύ έμπνευση μιλάμε.

Διότι η έμπνευση είναι σαν την καύλα ένα πράγμα (κι απ' αυτό κι απ' αυτό). Έρχεται το πρωί και άλλες 10-15 φορές μέχρι το βράδυ και αν δεν την εκτονώσεις με γράψιμο - την έμπνευση μιλάμε τώρα... η καύλα εκτονώνεται αλλιώς, αν είστε αναγνώστες του μπλογκ αυτού, σίγουρα γνωρίζετε όλους τους πιθανούς τρόπους - που είχα μείνει; α ναι, αν δεν την εκτονώσεις με γράψιμο, λέγω, θα ξαναέρθει πιο δυνατή την επόμενη ημέρα.

Αλλά παρ' όλα αυτά δεν ήθελα να πω αυτό. Ήθελα να πω ότι, όπως η καύλα είναι το φυσικό επακόλουθο του να βλέπεις, να αγγίζεις, ακόμα και απλά να ακούς τη φωνή μίας καυλογεννεσιουργού αιτίας, έτσι και η έμπνευση σου πετάγεται μετά από την επαφή με τις αρχές, σαν τσουτσούνα... να την η παρομοίωση, έδεσε.

Πω ρε γαμώτο, πολύ μεγάλη εισαγωγή τώρα αυτή. Ας περάσω στο κυρίως θέμα:

- Pit, είπαμε έτσι;
- Έτσι!
- Το fucking διαβατήριο όμως γράφει άλλο όνομα.
- Δύσκολο όνομα.
- Μήπως έχουμε γνωριστεί στο παρελθόν;
- Μήπως έχεις πάει ποτέ στη Μύκονο;
- Τι the fucking είναι αυτό;
- Νησί... κακώς πάντως θα έπρεπε, θα περνούσες καλά εκεί.
- Don't bullshit me! Ξέρω που σε έχω δει. Στους καταζητούμενους της Interpol
- ???
- Δε θα μου ξεφύγεις εμένα, θα βρω ποιος είσαι πραγματικά.
- Τώρα you are bullshiting me
- No you' re bullshiting me
- No fucking way
- Μη λες fuck σ' αυτό το γραφείο. Που the fucking νομίζεις ότι είσαι;
- ...
- Και θες λέει να ανοίξεις και μαγαζί στο νησί. Μήπως το παίζεις τρελλός; Ποιος θα τα φάει αυτά; I mean... fuck!
- Έχω όλες τις προϋποθέσεις συν μία. Είμαι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν μπορείς να με σταματήσεις.
- Μπορώ να κάνω ότι fucking θέλω!
- Το χαρτί είναι πάνω στο γραφείο, για υπογραφή.
- Είσαι ένα πολύ επίμονο fucking πιτσιρίκι και θα χαρώ πολύ να υπογράψω, για να τα λέμε πιο συχνά.

Θα φακωθούμε με αυτόν, δεν υπάρχει περίπτωση. Για την ξανθιά, βέβαια, γιατί άλλο.

Ε μετά πήγα και στο γραφείο του Διοικητή... τα γνωστά. Βρήκα τη γραμματέα του. Αυτός είχε meeting εκείνη την ώρα με κάτι πελώρια μπιφτέκια. Η γραμματέας με έβαλε σε μια καρέκλα στον προθάλαμο, στην οποία κάθισα με όλους τους πιθανούς τρόπους: κανονικά, σταυροπόδι, με το αριστερό κωλομέρι, με το δεξί και ξανά με το αριστερό, γιατί μούδιασε το άλλο... Ε, μια φορά βγαίνει και αυτός, σηκώνομαι εγώ, του λέει η γραμματέας για την περίπτωσή μου, του δίνει το χαρτί, την ρωτάει τι είπε ο αστυνόμος, βλέπει την υπογραφή του, με σκανάρει με το πλάγιο του ματιού του, γελάει πονηρά (αυτό ήταν σίγουρα για τα μπρόκολα) και πλέον έχουμε νόμιμα επιχείρηση.

Τετάρτη, Μαΐου 23, 2007

Καζανόβας εξ Αργολίδος

Ένα πράγμα που δε χωνεύω καθόλου, όταν λέμε καθόλου εννοούμε βρε παιδί μου μπιτ για μπιτ, είναι να είσαι στη δουλειά με τις γκόμενες σου. Με τις πρώην, τις νυν ή τις επόμενες. Είμαι κάθετος σε αυτό και δε σηκώνω κουβέντα. Το θεωρώ χαζομάρα. Άλλο δουλειά άλλο sex. Τελεία και παύλα.

Στην περίπτωση της Σύλβας όμως, έκανα μια εξαίρεση και την πήρα στο μαγαζί. Να πλένει και να μαγειρεύει. Εντάξει, δεν έγινε και τίποτα. Μια φορά πηδηχτήκαμε εκεί (x3) και κάτι τρέχει στα γύφτικα. Τα ΡΟΜ, συγγνώμη.

Σήμερα το τρίβαμε όλη μέρα. Το μαγαζί εννοώ... άιντε, αμέσως το μυαλό σας στο πονηρό. Έτριβε αυτή τις κολώνες, τις έβαφα εγώ με το πινέλο. Σκούπιζε αυτή το χαλί, της το πάταγα εγώ λίγο για να μην κουνιέται. Μια καλή συνεργασία θα έλεγα.

Μέχρι τη στιγμή που είδα το θέαμα. Στην αρχή μου την έδωσε στα νεύρα. Η Αμερικάνα, που σύμφωνα με πληροφορίες μου την λένε Βάλερι, να περπατάει με αυτόν τον χλεμπονιάρη τον καουμπόι, τον αστυνόμο. Που αν ήταν ηθοποιός και τον έπαιρναν στο "ο καλός, ο κακός και ο άσχημος", θα τους είχε καταστρέψει το σενάριο. Θα το έκαναν "Ο καλός και ο κακάσχημος". Έχει ταλέντο ο άνθρωπος.

Κράτησα την ψυχραιμία μου και κοίταξα λίγο καλύτερα. Ήταν εμφανές. Αυτός με την αγέρωχη καύλα της εξουσίας δίπλα της και αυτή μέχρι που την ενοχλούσε η παρουσία του. Ήταν αγέλαστη και προβληματισμένη. Για ένα δευτερόλεπτο συναντήθηκαν τα βλέμματά μας. Ο μπάτσος το συνέλαβε το δευτερόλεπτο. Το καταλάβαμε και οι δυο. Αναγκαστήκαμε να χαμηλώσουμε τα μάτια μας.

Όμως μέσα σε αυτό το δευτερόλεπτο αισθάνθηκα πως έχουμε συννενοηθεί. Έμπειρος γαρ, στο να είμαι το τρίτο πρόσωπο, ο ελευθερωτής. Καλά μη βαράτε, έτσι το είπα, γιατί μου αρέσει να κοκορεύομαι ως γνήσιος Έλλην κερατάς (πρώην), που όλα τα θυμάται ανάποδα.

- Σ' αρέσει η Αμερικάνα Pit;
- Σιγά ρε Σύλβα μου έκοψες τη χολή! Ποια Αμερικάνα... α, αυτή! ε, εγώ τον αστυνόμο κοίταγα που πρέπει να τον δω αύριο το πρωί για την άδεια.
- Είναι πολύ καλή κοπέλα και όμορφη...
- Ε... π... ντάξει! Τι με νοιάζει εμένα...

(Ο Έλλην παπάρας πηδηματίας, κόκκορας εις κοτέτσιον, με υπολειτουργούντα μίνι εγκέφαλον, που νομίζει πως δεν τον καταλαβαίνουν κι όλας. Βρε τον Καζανόβα από την Αργολίδα).

Τρίτη, Μαΐου 22, 2007

Ουστ!

Τι μ' έπιασε λέει προχτές; Νοσταλγία; Ναααα! γαμώ τη νοσταλγία μου και τους συναισθηματισμούς μου, έτσι μου 'ρχεται να σβερκώσω κανέναν και να τον αρχίσω στα κλωτσίδια και θα το έκανα αν δεν ήταν σα σφαιροβόλοι όλοι εδώ, τουτέστιν έτσι μου 'ρχεται, αλλά δεν το κάνω, γιατί θα με σηκώσει κανείς όρθιο και θα με εκτοξεύσει στα 22 μέτρα και 80 εκατοστά και τότε σίγουρα θα αποτελέσω ένα νέο παγκόσμιο ρεκόρ.

Τίποτα δεν έχετε καταλάβει; Να το πάρω αλλιώς τότε. Τι είναι αυτό που πρώτα σε πιάνει να βρίσεις, μετά να δείρεις, μετά παραλογίζεσαι και μετά περπατάς στο δρόμο σαν την Τσιτσιολίνα που μόλις τελείωσε μια σοσιαλιστικού ρεαλισμού τριλογία με άλογα; Όποιος σκέφτηκε μια ταινία του Αγγελόπουλου δεν προσέχει καθόλου, είναι από αυτούς που πιάνουν μόνο την τελευταία λέξη, αλλά κατά τα λοιπά κοιμούνται. Άντε να το πάρει το ποτάμι.

Το δημόσιο είναι! Φτου σου ρε γαμώτο! Ίδιο και απαράλλαχτο. Ουστ! και ξαναούστ! Με πήγε ο Τζόνι σήμερα στο κτήριο της διοίκησης. Ένα είναι, απέναντι από την αστυνομία. Έπρεπε πρώτα να εξηγήσουμε στον Γραμματέα Εμπορίου τι θέλουμε να κάνουμε. Αυτός μας έστειλε σε κάποιον υπεύθυνο για τους αλλοδαπούς, που μας ζήτησε δυο φωτοτυπίες του διαβατηρίου και μας έστειλε πάλι στον Εμπορίου.

-"Τι θέλετε εσείς εδώ πάλι;"
-" Από το αλλοδαπών μας έστειλε σε εσάς".
-"Κακώς, μα καλά δεν ξέρουν τη δουλειά τους; Πηγαίνετε στο γραφείο της εφορίας".

Πάμε και εμείς στο γραφείο της εφορίας, μας ζητάνε κάποιες φωτοτυπίες, μας ρωτάνε τι θα κάνουμε, συμπληρώνουμε μια αίτηση και μας στέλνουν στο πρωτόκολλο, ξαναπηγαίνουμε σε αυτούς, μας ρίχνουν μια σφραγίδα, φεύγουμε για γραφείο εργασίας, δίνουμε δύο φωτοτυπίες και συμπληρώνουμε δυο αιτήσεις κερνάμε και δυο μπύρες, καθώς είχαμε αρχίσει πια να νιώθουμε την κατάσταση πολύ οικεία.

Φεύγουμε, πάμε πάλι στο πρωτόκολλο, κοιτάμε μια ημιχοντρούλα νεαρά που περνάει κάθετα, σκουντουφλάμε στην κοιλιά ενός κλητήρα και μας πάει πάλι πίσω αλά τραμπολίνο. Παίρνουμε λίγη φόρα, ξανά στο γραμματέα εμπορίου, μας στέλνει αυτός πίσω στην εφορία για πρόσθετες αιτήσεις. Καλός μπαλαδώρος, μοίραζε παιχνίδι. Με βλέπει μία εκεί και χτυπάει το χέρι στο τραπέζι. Όχι δεν έκανε "μπαπ" το χέρι στο τραπέζι. Έκανε ένα "φλάαααφ" το υπερσαρκώδες ζελεδωτό της μπράτσο και κατάπιε το "μπαπ":

- "Εσείς όμως κύριε είστε τουρίστας, δεν μπορείτε να ανοίξετε επιχείρηση"
- "Εγώ τουρίστας; που το καταλάβατε;"
- "Είστε λευκός!"
- "Όχι ρε γαμώτο σου! Πουτανακάλυψες;" Κι αυτή η Σεροκχολμική διάσταση του δημοσίου ...κι αυτή παγκόσμια πατέντα. Όχι τίποτα άλλο, αλλά και το στενό παντελόνι που υπαινίσσεται σαφέστατα στις κυρίες πως κάποια νέγρικη καταγωγή έχω κι εγώ, τζάμπα το φόρεσα τελικά, δεν έπιασε ως τέχνασμα. Μ' όλο αυτό το τρέξιμο πιο πολύ σα κινέζος γυμναστής των κρίκων έμοιαζα.

- "Κάντε τα χαρτιά σας, αλλά πρέπει κύριε, να πάτε στην αστυνομία για άδεια και μετά να κλείσετε ραντεβού με τον Κυβερνήτη, για να σας δεχτεί"

Άδεια; κι άλλη άδεια; Οχτακόσιες άδειες έχω βγάλει και τρέχω άλλη μια γύρα σε όλους για τα περαιτέρω.

- "Αααα αποκλείεται να σου το σφραγίσω αυτό μίστερ σήμερα. Σε πέντε λεπτά σχολάμε και έχω και μια πείνα", μου λέει στο γραφείο εργασίας.

Αστο διάλο ρε! και σε κέρασα και μπύρα εσένα.

Κυριακή, Μαΐου 20, 2007

Νοσταλγία

Όλα καλά, όλα καλά. Το ψάρεμα το κόψαμε λίγο τον τελευταίο καιρό, διότι ή καπιταλιστής θα πρέπει να είναι κανείς ή ψαράς; Δε γίνεται και τα δύο. Την πλάκα μας την κάνουμε. Ο Τζόνι είναι καλή παρέα. Η Σύλβα μου χαμογελάει όταν με βλέπει αν και έχουμε κόψει την ελληνική καλημέρα. Ο Έλβις άρχισε να με συμπαθεί. Η Ρέτζα ψάχνει να μου βρει νύφη... αυτό το τελευταίο δεν εμπίπτει στην κατηγορία "όλα καλά", τώρα που το σκέφτομαι.

Όμως μου λείψατε ρε μπαγάσες. Πόσο μου έλλειψε η Ελλαδίτσα μας. Τα βουνά της, τα λουλούδια της, οι πεδιάδες της, τα κορίτσια που αρωματίζονται και φορούν αυτά τα στενά τους παντελόνια και βγαίνουν στην καφετέρια να συναντήσουν τον καλό τους, αυτόν που τις έχει πει πως είναι φίλος με τον Κυριακού και πως αν κάτσουν να τις πηδήξει θα κάνουν καριέρα σα την Κοκκίνου. Πόσο μου έλλειψε το Fame Story, ο Μικρούτσικος, ο Κακαουνάκης, ο Πρετεντέρης, ο Τράγκας, ο Καστίγιο, ο Βαγγέλης Περής. Αλλά και οι άγνωστοι ήρωες, οι ταξιτζήδες, οι φορτηγατζήδες, οι ατζαμήδες, οι σκιτζήδες και οι αεριτζήδες... και οι ΜΑΤατζήδες, μη ξεχνιώμαστε.

Πλάκα σας κάνω μην καταριέστε την τύχη σας... κάτι μου έχει λείψει και εμένα. Μίλησα με τα αδέρφια μου σήμερα... ήταν όλοι μαζεμένοι.

- Τι καιρό έχει στην Αυστραλία;
- Μια συννεφιάζει και βρέχει μία έχει ήλιο... (θολώνω κάπως τα νερά, μην τύχει και βλέπει κανείς τον καιρό στο Ίντερνετ)
- Εγώ, εγώ σα μιλήσω πλώτος, εγώωωωωωωω (κλάμα)
- Ορίστε πάρτο, με έσκασες!
- Ποιοτς είναιιιιιιιι....
- Ο θείος είμαι...
- Γεία σου σείοοοο... τι κάνεις;
- Καλά είμαι αγόρι μου εσύ τι κάνεις;
- Σα έρθεις τσπίτι να φάμε;
- Είμαι μακριά αγόρι μου...
- Που είτσαι;
- Θα σου πω μόνο αν μου υποσχεθείς πως δε θα το πεις στη μαμά σου...
- Ντάτσει, ζε σα το πω.
- Στα Κιριμπάτι είμαι.
- Μαμάαα ο σείος είναι στα Κιλιμπάτι! ...μαμάααα πάλτο...
- Έλα ρε τι λέει αυτός, τι είναι τα Κιλιμπάτι;
- Ξέρω 'γω τι λέει; Έχει ξεφύγει το κωλόπαιδο
- Εντελώς! περίμενε να σου δώσω τον άλλον τώρα... Γιάννηηηηηηη! Έλα να μιλήσεις στο θείο σου!...
- Γεια σου θείεεεεε!
- Ρε, τι κάνεις ρε φάτσα;
- Καλά είμαι, εσύ;
- Κι εγώ καλά είμαι!
- Βρήκες γκόμενα;
- Κοντεύω, εσύ;
- Γεια σου, γεια σου θείε, σ' αγαπώ πολύ, έχω μια συλλογούλα τώρα (μάλλον συλλογισμό εννοεί)
- Εγώ πάλιιιιι!!
- Όχι εγώ.
- Όχι Ντάνι ετσί, εγώ...
- Εγώ είπα άστο κάτωωωωω!
- Ουάααααα, μαμά ο Ντάνις με βάλεσε!
-Δεν τον βάρεσα, αυτός μου πήρε το τηλέφωνο.
- Γιάααααανν (αυτή είναι η πολύ μικρή)
- Ουαααααάαα
- Ρεεεεε, θα φάτε ξύλο.... Τάκη έλα να τα μαζέψεις.
- Ουααααάααα
- φου... φου...φου...φου

Νοσταλγία! Το μόνο συναίσθημα που δεν μπορεί ούτε κάν η γελοιοποίηση να το αγγίξει!

Σάββατο, Μαΐου 19, 2007

'Ερευνα αγοράς

Από εκείνη τη μέρα που το καπιταλιστικό γονίδιο, ξετσουτσούνισε από μέσα μου και κατέλαβε τη γέφυρα του σκάφους (σκάφος λέω αυτό με τα μούσκλια και τους κοιλιακούς, που είδατε σε προηγούμενη φώτο), έχω γίνει άλλος άνθρωπος. Σα να στασίασε το ανδροειδές ενάντια στον κάπταιν Σποκ και να πήρε πια τον έλεγχο.

Σήμερα αποφάσισα με κρύο μυαλό να διεξάγω μια έρευνα αγοράς στην ατόλη, για να μετρήσω τις πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματός μου. Πληρωμένη φυσικά. Για το λόγο αυτό κέρασα, λοιπόν, μια μπύρα το Τζόνι και άρχισα να τον ρωτάω:

- Ποιο είναι το πιο μεγάλο πρόβλημα που έχουμε στο νησί; ξέρεις;
- Οι τουρίστες που κάνουν χαζές ερωτήσεις...
- Με δουλεύεις ρε; Θα σου πάρω τη μπύρα...
- Τα τσουνάμι!
- Εκτός από τα τσουνάμι;
- Που βγαίνουμε πάντα τελευταίοι στο πρωτάθλημα.
- Όχι τέτοια προβλήματα... εννοώ προβλήματα εσωτερικά, αυτά που έχουμε στην ψυχή μας.
- Αααα!! τώρα κατάλαβα! Σαν αυτά που έχει ο Θόρτον με τον Ριτζ Φόρεστερ (τώρα το βλέπουν αυτό εδώ).
- Όχι (βαριεστημένα μεν αλλά έτοιμος να τον σκίσω ήμουν).
- Σαν αυτά που έχετε οι λευκοί και καταλήγετε με τα πολλά σε ερημονήσια.
- Ναι...
- Χμμμμ! Δεν έχουμε τέτοια εδώ!
- Δεν μπορεί, όλοι έχουν, εσείς γιατί να μην έχετε;
- Εμείς είμαστε απλοί άνθρωποι. Δε μας βλέπεις; Είμαστε όλη μέρα με το χαμόγελο στο στόμα.
- Όχι πάντα
- Πάντα, πάντα...
- Εγώ έχω την εντύπωση πως κάποιες ημέρες βλέπω τα παιδιά να μη χαμογελούν.
- Αυτό, μίστερ Πιτ, είναι μια λάθος εντύπωση που έχεις.
- Τέλος πάντων, με το πάχος σας δεν έχετε προβλήματα;
- Το ήξερα ότι εκεί θα το πήγαινες μίστερ Πίτ!
- Κι αφού το ήξερες γιατί με παιδεύεις γαμώτο σου;
- Φακ! τέλειωσε η μπύρα.
- Α κατάλαβα... Παιδοβούβαλο πιάσε μια για το φίλο μου.
- Τι πρόβλημα να έχουμε, ωραίο είναι να είσαι παχύς... μακάρι να μπορούσα και εγώ, αλλά μου έβγαλαν το στομάχι μίστερ Πιτ, στο 'χω πει;
- 212 φορές. Δηλαδή ο κόσμος εδώ δε θα ήθελε να αδυνατίσει;
- Μπα μωρέ... Για να αδυνατίσεις πρέπει να μην τρως.
- Ναι αλλά μετά τα 30 όλοι αρρωσταίνουν εδώ, η καρδιά τους δεν αντέχει, το στομάχι τους...
- Κοίτα, μίστερ Πιτ, έτσι κι αλλιώς λένε πως σε 10 χρόνια θα βουλιάξουμε. Τουλάχιστο να φάμε και να πιούμε στο νησί μας, όσο προλάβουμε.
- Λέω να ανοίξω ένα φαστ φουντ με υγιεινές τροφές. Λαχανικά κυρίως και άλλα, τι λες;
- Θα πατώσεις!
- Γιατί ρε;
- Γιατί nobody can beat a good hot steak!
- Βλακείες, όλοι θα τρώνε μπρόκολα και βραστές πατάτες με λεμονάκι, λαδάκι και οριγκάνο, γιατί είναι νόστιμα και αδυνατίζουν. Έτσι για αλλαγή.
- Μίστερ Πιτ, εμένα αν με εξαναγκάσεις να τα τρώω αυτά, να ξέρεις θα πάω να βουλιάξω το Μάζντα για να μην έχεις αυτοκίνητο.
- Καλά, καλά... θα δεις στο τέλος που θα μου ζητάς κι εσύ.

Ε, αυτά! Σας είπα και τι δουλειά σκέφτηκα να κάνω. Καπιταλιστής μεν, αλλά ποτέ καπιταλιστής της εκμετάλλευσης του πόνου ή του εθισμού του άλλου. Αυτά παλιά!

Και μην ξεχάσουμε και τον κάπταιν Σποκ ε; Μπορεί να τον πέταξε το ανδροειδές από τη γέφυρα, αλλά αυτός γυρνάει στα παζάρια, ψάχνει την αγαπημένη του και ακούει με τα πελώρια αυτιά του, ότι μπορεί να λέγεται γι' αυτή.

Ααααχχχ!



Παρασκευή, Μαΐου 18, 2007

Στρατιωτικοί ελιγμοί και παζάρια

Του του του ρου ρου ρου..... του του του ρου ρου ρου, πρέπει να σας γράψω κάτι τώρα, αλλά δε θέλω να σας γράψω, θέλω να σας τραγουδήσω... Εβρι ντέι αι μ σοου θένκφουλ....

Σα κοράκι γυρνούσα στην αγορά και έψαχνα για μαγαζί να νοικιάζεται. Το μάτι μου όμως είναι πεταχτό εδώ και δυο μέρες. Κόβω κίνηση, μήπως και το ξαναδώ το μωρό. Οοοου μπέεεεεειιιιιιμπι, γουέν άι γκετ δις φίλινγκ αι γουόντ σέξουαλ χίλινγκ (άλλο αυτό τώρα).

Και ξάφνου, εκεί που διαπραγματευόμουν με έναν ιπποπόταμο στα 100 Δολλάρια το μήνα μια τρύπα, τσουπ ξεπροβάλλει... (όποιος σκέφτηκε να πει η τρύπα θα τον πλακώσω άσχημα. Δεν μιλάνε έτσι για μια κυρία). "Λετς γκετ ιτ ον μπέιμπι όοοουυυ, λετς γκετ ιτ οόοοοον δις μίνιτ όου γιέα", σκέφτηκα και πήδηξα με μια δρασκελιά στο δρόμο.

-"Έι", μου φωνάζει ο μπουλντόζας ιδιοκτήτης, "τι θα γίνει με την καλύβα;"
- "Του εξπένσιβ μάι φρεντ, του εξπένσιβ..."

Κι επειδή στους στρατιωτικούς ελιγμούς είμαι πολύ μάνα, με περίσια μαεστρία και χωρίς κανείς να το καταλάβει, βρέθηκα στο δρόμο της. Κρατούσε πάλι τσάντες και μπορούσα να δω αυτό το σύστημα πλευρών, στήθους, μασχάλης, μπράτσου σε υπερένταση. Αυτό που είναι ακαταμάχητο στις γυναίκες. "Άι γουόντ γιου, αι νίντ γιου μπατ άι γουόντ γιου του γουόντ μι του!"

Ο Μάρβιν (δε λέω το επώνυμο γιατί κάποιοι, που δεν ξέρουν, θα βγάλουν λάθος συμπεράσματα) είναι όλη μου η εφηβεία. Τα τραγούδια του και η φωνή του. Η οποία ξανάρθε εδώ και λίγες μέρες στο προσκήνιο. Η εφηβεία... και η φωνή... μαζί πάνε αυτά.

"Χάι", μου λέει και μου χαμογελά... και δεν ήταν ένα απλό "χάι", ούτε το χαμόγελο ήταν απλό. Ήταν αυτό του παρατατικού διαρκείας: μου χαμογελούυυυυυυυυυυυυσε, για πέντε ολόκληρα δευτερόλεπτα. Κι εγώ, που τόσο καλός είμαι στους στρατιωτικούς ελιγμούς, αλλά όταν έρθει η ώρα του πυροβολισμού είμαι πολύ κότα, πρόφτασα να της πω ένα "χχ..." μπορεί και από μέσα μου.

Είμαι ευαίσθητος, διακριτικός, ευγενής, αλλά μόνο για τα πρώτα δευτερόλεπτα, τουτέστιν λίγες στιγμές αφότου με ξεπέρασε έκανα μεεεε - ταβολή για να δω καλύτερα, από την προηγούμενη φορά, ποια σχέση με τη γεωμετρία έχουν οι σφαίρες που ενώνουν τη μέση με τα πόδια.

Καμία! Τα αντικείμενα είχαν περάσει πια στο επίπεδο της υψηλής τέχνης, της γλυπτικής μάλλον.

-"Γκάμιτσε Mr. Pit", μου κόβει τη χολή ο παπάρας ο Mr. Tampourine.
- Γιούχου και σε σένα (κλεμμένο από την unlearn αυτό).
- Έχω εδώ έναν φίλο που νοικιάζει το μαγαζί του, εκείνο στη γωνία
- Πόσο;
- 120
- 60
- 110
- 65
- 100
- 70
- 95
- 80 και το λουρί της μάνας
- ...Μας σφάζεις αλλά εντάξει!
- Ας μην έλεγες καλημέρα στα ελληνικά! Ποιο είπες ότι είναι;

Πέμπτη, Μαΐου 17, 2007

Το καπιταλιστικό γονίδιο

Αυτός ο κόσμος δεν αντέχεται όταν η πραγματικότητα σε αναγκάζει να ξεχνάς για λίγο ότι είναι θέατρο. Εντατικά λοιπόν μαθήματα διερεύνησης του γελοίου σε αυτήν, μήπως και κάποτε καταλάβουμε πως πρόκειται απλά για μια παράσταση, που χρειάζεται αλλαγή στην πλοκή και το κείμενο και ίσως στο σκηνοθέτη.

Και μια και είπα γελοίο θυμήθηκα εμένα. Όχι ότι είμαι γελοίος (τελειώς), πως το σκεφτήκατε αυτό, αλλά ότι στο μυαλό μου μού έρχονται συνήθως τα πιο γελοία πράγματα. Κι αφού μου έρθουν μετά θέλω και να τα πραγματοποιώ. Άρα μήπως είμαι όντως γελοίος; Ridiculous or not ridiculous? This is the question.

Ridiculous, το αποφάσισα, this is the answer. Διότι πως αλλιώς να εξηγήσω το γεγονός πως μου κατέβηκε να κάνω επιχείρηση στο νησί. Έχει μέρες και με τρώει το καπιταλιστικό μου γονίδιο. Ξυπνάει το πρωί, μπαίνει μέσα μου και μου βάζει διάφορες σκέψεις: "Αν κάνεις αυτό, που δεν το κάνει κανείς εδώ θα κονομήσεις στο πιτς φιτίλι, θα μαζέψεις όλο το χαρτί", "βρε τους μαλάκες, πως και δεν το έχουν εκείνο... θα το φέρεις εσύ και θα χεστείς στο τάληρο", "πρέπει να βρούμε έναν τρόπο για να τους πάρουμε τα σώβρακα και γρήγορα πριν ξυπνήσουν" κ.λ.π

Τα λεφτά που έφερα μαζί μου επιτρέπουν να ζήσω εδώ για δυο χρόνια άνετα. Αλλά που να με αφήσει το γονίδιο στην ησυχία μου. "Θα τα φας και θα μείνεις ρέστος", μου λέει, "θα λένε όλοι ρε κοίτα τον χάλια πως κατάντησε".

Άστο διάλο παλιογονίδιο, τα κατάφερες. Δηλαδή τα κατάφερες να με βάλεις σε σκέψεις και να σκαλίζω μπίζνες πλαν στην άμμο. Αλλά επειδή είσαι και πολύ μουρντάρικο, μου πάσαρες προχτές και το μωρό το Αμερικάνικο και τώρα δεν έχω άλλη επιλογή. Πρέπει να μείνω για να την βλέπω και πρέπει να αποκτήσω καπιταλιστικό κύρος για να μου κάτσει.

Ου να χαθείς γονίδιο, όλα τα έχεις μελετήσει και τίποτα δε σέβεσαι, ούτε την άδολη τάση μας για πήδημα. Πάντως αν μου κάτσει η ξανθιά, κερνάω μπουζούκια να πάτε μόνοι σας και μπύρες τα αρσενικά που θα διαβάζουν τα τεκταινόμενα... κι αυτοί να τις πιουν μόνοι τους.

Υ.Σ. Ξανθιά και καπιταλισμός! χμμμμ... Η κότα έκανε τα αβγό ή το αβγό την κότα; και πόσο τοις εκατό να τα καταφέρνει, πόσο τοις εκατό να χτυπάει μπυρόνια, παρακολουθώντας το άλλο τοις εκατό να τα καταφέρνει στην τι - βι. Πολύ φιλοσοφία σήμερα.

Τετάρτη, Μαΐου 16, 2007

Η Μάντι


Σταματάω για μια μέρα να βλέπω με τρόπο αστείο τον κόσμο.

Το κοριτσάκι αυτό, η Μάντι, απήχθη, όπως μας ενημέρωσε ο David Santos, σε κάποια παραλία της Πορτογαλίας στις 4 Μαΐου 2007.

Από τη στιγμή που είδα το πρόσωπο της, έκανα σκέψεις άλλοτε με φόβο και άλλοτε με ελπίδα για το τι μπορεί να της συμβαίνει.

Σκέψεις που τελειώνουν σε λίγα δευτερόλεπτα.

Γι' αυτό βάζω τη φωτογραφία της εδώ, για να με τιμωρήσω.

Ο λογισμός μου όμως, πρέπει να είναι καρφωμένος στην μικρή Μάντι, καρφωμένος στα όσα άσχημα συμβαίνουν σε αυτόν τον κόσμο και πρέπει να αλλάξουν.

Θεωρώ απίθανο να βοηθήσει το μπλογκ μου στο να βρεθεί η Μάντι. Πιθανότερο το να τη βρούμε μέσα μας, παρά σε κάποια παραλία της Ελλάδας.

Κι αν βοηθάει κάπου το να ελπίζουμε, τότε ας βρεθεί και ας είναι καλά.

Τρίτη, Μαΐου 15, 2007

Ο σκούρκος και η σκούρκαινα

Άνοιξη εκεί, χειμώνας εδώ, που όμως είναι σαν άνοιξη και ένα μυρμηγκάκι στο δρόμο έκανε παρέα με μια μυρμηγκούλα. Σήμερα ήμουν όλη μέρα στην αγορά. Μου ήρθε μια ιδέα γιατί βαριέμαι να κάθομαι και την ψάχνω. Θα σας πω όμως παρακάτω. Πήγα στον πάγκο ενός μανάβη. Τι ωραίες μπανάνες που είχε! Πράσινες χλωρές.

Ένα ζουζούνι ήταν πάνω σε μια μπανάνα και στο ενδιάμεσο των δύο ήταν μια ζουζούνα... προφανώς. Νομίζω διέκρινα και τα μάτια της, που είχαν πεταχτεί ελαφρά προς τα έξω. Παραδίπλα ο άλλος πάγκος, είχε καρύδες. Δεν ήθελα να αγοράσω, μόνο να τις κοιτάω. Πήγα και στον επόμενο και θαύμαζα την πραγμάτια του, αλλά δε θυμάμαι τι πούλαγε ακριβώς.

Σ' ένα καφάσι είχε αράξει μια κουνουπάρα, να! με το συμπάθειο. Πάνω της προσγειώθηκε ένας κουνούπαρος, αρσενικός σίγουρα. Λες και είχει δύο προβοσκίδες. Ωραίες γλυκοπατάτες που έχει εδώ η αγορά! Τις φέρνουν από Ινδονησία... φουυυυυ(ξεφύσημα) ...και το χορευτικό με την ξανθιά Αμερικάνα συνεχιζόταν για κάμποση ώρα. Στην αρχή την είδα προφίλ σε διπλανό πάγκο. Ίσια μύτη, στήθος που ξεχώριζε, ψηλά πόδια, πεταχτά οπίσθια, ύψος 1.70+.

Μετά έπιασα τους απέναντι πάγκους... και μια μυγούλα με έναν μύγαρο ερωτροπούσαν εκεί κοντά. Ήθελα να δω μάτια. Λαμπερά, φωτεινά, συνεχές χαμόγελο, γύρω στα τριάντα. Τι ωραία χαράδρα στήθους! Κανονικό βάρος. Το μυαλό μου συνήθως δουλεύει γρήγορα. Στην προκειμένη περίπτωση δουλεύει σα δημόσια υπηρεσία.

Τι να της πω; Σκέφτηκα να της δείξω το σκούρκο με τη σκούρκαινα που χαμουρεύονταν στον πάγκο με τα κολοκύθια που ψώνιζε και να της χαμογελάσω. Αλλά είπα να δω και πλάτη. Πλάτη αστέρι, γυναικεία, στητή. Ούτε μια νύχτα δε θα περνούσε χωρίς να την αγκαλιάζω αυτή την πλάτη.

Άρχισα να προβάρω ατάκες. Το εντομολογικής φύσης σεξ, μετά από σκέψη το απέρριψα. Τελικά βρήκα εμπνευσμένες ατάκες: "Εσύ πρέπει να είσαι η Αμερικάνα του νησιού, για την οποία μιλούν όλοι εδώ", "τι κάνεις είμαι ο Πίτ", "γνωριζόμαστε από κάπου;" (αυτό είχε τις λιγότερες πιθανότητες", "ξέρεις τι είναι τα μπλογκς;" (κι αυτό επίσης), "ωραίος καιρός σήμερα" (το πιθανότερο). Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα να λύσω: Θα της έλεγα "hi" ή "hello";

Δεν μπορούσα να αποφασίσω και αυτή είχε γεμίσει τις τσάντες της. Άρχισα να ιδρώνω. "Hi" ή "Hello" λένε ρε γαμώτο στις Αμερικάνες; Είχα πιάσει την έξοδο και ερχόταν κατά πάνω μου. "Hi" ή "Hello", ρε παιδιά; "Excuse me", μου λέει αυτή, γιατί εγώ.... άσε καλύτερα... και μου κάνει νόημα πως της κλείνω το δρόμο. "Oh sorry", της απαντώ με στεντόρεια φωνή. Τς... στο σπίκινγκ δεν κωλώνουμε με τίποτα εμείς οι Ναυπλιώτες. Απόδειξη της εντύπωσης που της έκανα, μου χαμογέλασε και με κοίταξε με αυτά τα μάτια τα πελώρια.

Τώρα εγώ εντωμεταξύ, κάτι ήθελα να κάνω στην αγορά, αλλά το ξέχασα τελείως.

Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

Ποτέ την Κυριακή

Πήδηξαααααααααααα! Γιες!!!

Όπα! αμέσως της μετρητοίς να το πάρετε. Μπλόφα έκανα! Να δω πως θα αντιδράσετε.
Πήγα στην καλύβα της Σύλβα. Ήταν όλη η οικογένεια εκεί. Ο Τίκο και οι δύο αδερφές του. Ο Ευτίκιο, παρακαλώ, ή Τίκο, είναι ο μεσαίος. Φάγαμε αυτά τα απαράδεκτα μπιφτέκια (Κυριακή σήμερα) και έχω λυσσάξει από τη δίψα. Ήταν πολύ αρμυρά.

Η οικογένεια είναι φτωχική. Η Σύλβα δουλεύει στα χωράφια των άλλων, για να τα βγάλει πέρα. Ο άντρας της δυστυχώς της άφησε μόνο την καλύβα. Σκοτώθηκε σε κάποιο δυστύχημα εδώ και 5 χρόνια. Παρ' όλα αυτά στο τραπέζι είχαν και μια μπύρα για τον καλεσμένο. Τη μοίρασα στα δυο ποτήρια και έριξα λίγο και στα δυο μεγάλα, που το καταυχαριστήθηκαν.

Έχω κατεβάσει δυο μπουκάλια νερό από το μεσημεριανό. Πολύ αλάτι αυτά τα παλιομπιφτέκια. Ο Τίκο πράγματι δεν είχε κάνει κάτι κακό. Απλά πολλές φορές που έχουν πρόβες για τα χορευτικά (που είναι πηγή τουριστικού εισοδήματος για το νησί) το σκάει, γιατί βαριέται. Τώρα βέβαια να τον κυνηγάει η πολιτσία γι' αυτό μου φάνηκε κάπως, αλλά ίσως το νησί είναι μικρό, ίσως ο Διοικητής είναι θαυμαστής του Καραμανλή και έχει αναλάβει και το Υπουργείο Πολιτισμού.

Να δω τι σαχλαμάρα θα πω ακόμα! Έχω λυσσάξει και από τη δίψα. Εντάξει δεν ήταν μόνο τα μπιφτέκια, το παραδέχομαι, δεν ήταν μπλόφα. Με ξεζούμισε κι όλας. Έφυγαν τα παιδιά για τις πρόβες και.... πηδηχτήκαμε.... Δηλαδή, τι πηδηχτήκαμε; Ίσα ίσα, λίγο εκεί... τρεις φορές. Αλλά την πρώτη δε πρέπει να τη μετρήσουμε. Λίγο ο φόβος, λίγο η στεγνή περίοδος που διανύω επί του παρόντος, εκπυρσοκρότησα με το που εισήλθε το βόλι στη θαλάμη.

Η δεύτερη καλύτερη. Κάτω από το σεντόνι εννοείται. Η τρίτη πήρε λίγη ώρα μέχρι να μου ξανάρθει... κάνα 10λεπτο... και να πω την αλήθεια κάπου στη μέση άρχισα να κουράζομαι. Τότε ήταν που μου έκανε τη λαβή που είχε περιγράψει ο Τζόνι εις τα οπίσθια και με ανεβοκατέβαζε σαν ασανσέρ.

Ωραία ήταν. Δεν με πειράζει που είναι λίγο παχουλή. Είναι ας πούμε πιο παχιά από την Ελεονώρα Μελέτη και πιο αδύνατη από τη Βέτα Μπετίνη. Κάπου ανάμεσα. Εντάξει προς τη Μπετίνη έκλεινε περισσότερο. Μόλις τελειώσαμε σηκώθηκε να μου φέρει νερό. Εγώ σκεπαζόμουν μέχρι το λαιμό και βλέποντας το χορταστικό ομολογουμένως θέαμα, σκεπάστηκα ολόκληρος κάτω από το σεντόνι. Α ρε καταραμένη αγαμία! που μπορείς να φτάσεις τον άνθρωπο!

Αυτή μου την έπεσε. Εγώ ήμουν βράχος. Έφυγαν τα παιδιά και ήρθε κοντά μου, μου είπε διάφορα και μου είπε πως αν θέλω να πάω μαζί της στο κρεβάτι δε θα υπήρχε πρόβλημα, ούτε θα έπρεπε να δώσω κάτι ή να υποσχεθώ κάτι. Μου είπε ότι της άρεσα. Εγώ χαμογέλασα βέβαια, καθότι δεν υπήρχε περίπτωση, αλλά μετά από δέκα λεπτά, έψαχνα να βρω το κουτί με τα προφυλακτικά, που εντελώς τυχαία βρισκόταν στο πορτοφόλι μου. Ευτυχώς δεν είχαν λήξει. Είχαν 2 μήνες ακόμα.

Ε, μετά πλύθηκα, ντύθηκα γρήγορα, αν και μου είπε να μη βιάζομαι γιατί τα παιδιά συνήθως αργούν και με έναν συνδυασμό λαμπερών ματιών και κατεβασμένων αυτιών, είπα να αποχωρήσω. Μου είπε πως δε χρειάζεται να αισθάνομαι υποχρεωμένος και πως αυτό δεν υπήρχε λόγος να ξαναγίνει. Ο,τι έγινε, έγινε. Καταρχήν σκέφτηκα πως μου έκλεψε την ατάκα, αλλά κατόπιν τα πήρα στο κρανίο:

- Δηλαδή, της λέω, δε σου άρεσε καθόλου;
- Πως μου άρεσε!
- Μήπως επειδή την πρώτη φορά... αμέσως... ξέρεις... πουφφφφ! Έσκασε...
- Ναι αλλά υπήρχαν άλλες δύο.
- Μήπως τότε... το μέγεθος ήταν χα χα (αυτό το είπα για να γελάσουμε).
- ...Ξέρω πως είμαι! Ξέρω πως ποτέ δε θα μπορούσες να μ' αγαπήσεις, ούτε θα το ήθελα. Τι να τον κάνω τον άντρα. Έχω τα παιδιά μου, οι άντρες είστε όλο βάσανα. Απλά αν μ' αρέσει κάποιος τον καλώ στο κρεβάτι μου.

Για κάποια δευτερόλεπτα το βάθος μου σαν άνθρωπος αναμετρήθηκε με την Αργολιδιώτικη ανατροφή μου. Δεν είπα τίποτα, αλλά δε χρειαζόταν κι όλας.

- Μη φοβάσαι, μου λέει, αυτό γίνεται πολύ σπάνια. Πάντως για σένα, όποτε θέλεις κάνω εξαίρεση.

Αυτό ήταν. Καταρρακώθηκε η ευαισθησία και η διακριτικότητα μου, αλλά αναπτερώθηκε το ηθικό μου ως άνδρας. Διότι τι θέλουν οι άνδρες τη σήμερον ημέρα: Μια πριβέ πουτάνα, ή αλλιώς τη γυναίκα αποχωρητήριο, του οποίου διαθέτουν το μόνο αντικλείδι.

Τώρα έγινε. Επειδή, όμως, δεν είμαι κρετίνος, επειδή μάλλον μπορώ και αναγνωρίζω το σφάλμα μου, δε θα θελα να ξαναγίνει. Λίγο νερό ρε παιδιά.

Παρασκευή, Μαΐου 11, 2007

Προυστολόγιον μετατρέπεται σε πρηχτολόγιον

Αγαπητοί Δωνκινσώνη και Αστεροειδή,

Μη τραβάτε ρε! Μη σπρώχνετε θα πλακωθούμε... μη τραβάτε σας λιέω κι ας κλιαίω. Ορίστε και οι απαντήσεις σας στο Προυστολόγιο που θα μέχρι να φτάσετε στο τέλος θα το χω κάνει Πρηχτολόγιο.

Η απόλυτη ευτυχία για σας είναι;
Ένα φωτεινό μπαλκονάκι με χαμογελαστούς ανθρώπους στυλωμένο κάπου στο μέσο του χάους.
Τι σας κάνει να σηκώνεστε το πρωί;
Η σκέψη της... να σηκώνομαι δεν είπες;
Η τελευταία φορά που ξεσπάσατε σε γέλια;
Μόλις διάβασα την ερώτηση αυτή. Τι ρωτάει ο άνθρωπος;
Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας είναι;

Πρέπει να κάνω σεξ.
Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια;
Σε όσα οδηγούν στο κρεβάτι.
Με ποια ιστορική προσωπικότητα ταυτίζεστε περισσότερο;

Γενικότερα με τον Θαλή τον Μιλήσιο, αυτόν τον καιρό όμως με έχει συνεπάρει και η προσωπικότητα του Γιώργου Καπουτζίδη.
Ποιοι είναι οι ήρωές σας σήμερα;

Όλοι αυτοί που πηδούν κι εγώ τρώω πατατάκια.
Το αγαπημένο σας ταξίδι;
Αυτό που οι φουσκοθαλασσιές θεωρούνται καλός οιωνός και προνόμιο.
Ποια αρετή προτιμάτε σε έναν άντρα;
Να παραδέχεται πότε είναι οφ-σάιντ.
... και σε μια γυναίκα;
Την ευφυία και να ξέρει τί είναι το οφ-σάιντ.
Ο αγαπημένος σας συνθέτης;

Κάθε βδομάδα και διαφορετικός.
Το τραγούδι που σφυρίζετε κάνοντας ντους;
Sexual Healing.
Το βιβλίο που σας σημάδεψε;

Το "εγωιστικό γονίδιο" R. Dawkins.
Η ταινία που σας σημάδεψε
Ολοφάνερο: Της "κακομοίρας" ή ο "μπακαλόγατος".
Ο αγαπημένος σας ζωγράφος;
Ο γιος της Μάικα.
Το αγαπημένο σας χρώμα;
Το μπλε ιδίως όταν συνοδεύεται από πορτοκαλί.
Η αγαπημένη σας μυρωδιά;
Τα μαλλιά της γυναίκας τους ανοιξιάτικους μήνες.
Το αγαπημένο σας ποτό;
Jaegermeister vs tsipouro.
Το αγαπημένο σας ποίημα;
Περιμένοντας τους Βαρβάρους.
Ποια θεωρείτε ως τη μεγαλύτερη επιτυχία σας;
Που τσίμπησα τον πισινό μιας δασκάλας μου και αυτή αντί να μου ρίξει σφαλιάρα έκανε "ααααχ".
Για ποιο πράγμα μετανιώνετε περισσότερο;
Γιατί κάποτε 2 φίλες μου Αμερικάνες μου είπαν για θρίσομ και εγώ δεν ήξερα τη λέξη.
Τι απεχθάνεστε περισσότερο απ' όλα;
Το σαβούριασμα και τις ειδήσεις του Μέγκα.
Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία;
Να διαβάζω (όχι που θα έλεγα να κάνω σεξ και θα καρφωνόμουν έτσι εύκολα).
Ο μεγαλύτερος φόβος σας;
Το εγκεφαλικό και ο Ψινάκης στο κρεβάτι μου.
Σε ποια περίπτωση επιλέγετε να πείτε ψέματα;
Όταν με ρωτήσει ο δικαστής αν το έκανα με την κατηγορουμένη για μοιχεία.
Πώς θα επιθυμούσατε να πεθάνετε;
Κάνοντας υποβρύχιο σκι στη σελήνη.
Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό, τι θα θέλατε να σας πει;
Η Κούλα είμαι και σου κάνω πλάκα. Ξύπνα!
Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Κουκουρούκου.

Βρείτε τις απαντήσεις που είναι σοβαρές και κερδίστε ένα τριήμερο στα μαγευτικά νησιά Κιριμπάτι και αν δεν έχετε τα ανάλογα χρήματα για το εισιτήριο, κερδίστε ένα εξίσου μαγευτικό τριήμερο στη Ζούμπερη.

Έχω δυο μέρες να σας γράψω, αλλά όλα καλά. Πολύ μπάνιο, πολύ ψάρεμα, κουβεντούλα και χιούμορ με τον Τζόνι, τον Mr. Tampourine, τη Ρέτζα, τον Έλβις (ήθελα να ήξερα που κρύβει την κόρη του) και όλους τους συνατολιώτες μου, που με έχουν τρελάνει στις ελληνικές καλημέρες. Τουλάχιστο 15 γκάμιτσε με ακούω την ημέρα. Πόσο θα αντέξω.

Άσχετο. Δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει να το πω. Θα το πω, αλλά θα υποσχεθείτε να μη με πάρετε στο ψιλό. Ήρθε ο πιτσιρίκος που είχα γλιτώσει τις προάλλες και μου είπε πως η μάνα του με καλεί να φάμε όλοι μαζί αύριο το μεσημέρι. Δίστασα να απαντήσω. Δεν είμαι μάλλον για τέτοια. Όμως ο πιτσιρικάς έχει ένα απροσδιόριστα θλιμμένο βλέμμα και μ' έπιασε η παλιοπεριέργεια μου. Κάτι του συμβαίνει και θέλω να μάθω.

Πέμπτη, Μαΐου 10, 2007

Ο Τζόνι και οι χήρες

Ωραίος τύπος ο Τζόνι. Σας τον έχω περιγράψει. Με παίρνει από το σπίτι το πρωί, με φέρνει το μεσημέρι, ξανάρχεται το απόγευμα και το βράδυ με ξαναφέρνει. Αν του πω ότι θέλω να περπατήσω την ατόλη στεναχωριέται. Θέλει να είναι συνέχεια κοντά μου.

Πονηρός είναι. Παριστάνει στη γυναίκα του ότι δουλεύει και την αφήνει να τα βγάζει πέρα μόνη της με το νοικοκυριό. Ο Τζόνι συνέχεια πηδάει. Άλλες. Κάθε μέρα και από μία. Την αγαπάει όμως τη Ρέτζα. Σου λέει αυτή όλη μέρα στα δέντρα, στο σπίτι, στο μαγείρεμα, στα παιδιά, σκοτώνεται. Ε! να την πηδήξω κι από πάνω το βράδυ, δε λέει. Μιλάει μάλιστα τόσο πολύ για τις επιδόσεις του, που είμαι σίγουρος πως το τελευταίο πραγματικό πήδημα ήταν πέρσι στο Παγκόσμιο του μπάσκετ. Το κόβω όμως εδώ, γιατί ειδικά στο ζήτημα αυτό δε με συμφέρει να φλυαρώ.

Ο Τζόνι έχει δύο παιδιά. Θεωρείται φτωχός για το λόγο αυτό. Τα παιδιά εδώ είναι ο πραγματικός πλούτος. Πάνε όλα σχολείο, αλλά κατά γενική ομολογία είναι σκράπες. Που και που μόνο ξεφεύγει κανένα. Οπότε και οι γονείς τους τα απογεύματα τα στέλνουν στις μπανανιές και σε κάποια λίγα χωράφια που υπάρχουν. Περνάνε ωραία εκεί. Βάζουν τις πιτσιρίκες να ανέβουν στα δέντρα και τα αγοράκια παίρνουν μάτι από κάτω. Το χω δει το παιχνίδι αυτό. Το πρωί πριν το σχολείο, τ' αγόρια ψαρεύουν με τους γονείς τους.

Όταν έχει λοιπόν κανείς πολλά παιδιά, έχει περισσότερα αγαθά να πουλήσει στην αγορά του μεγάλου χωριού, στους εμπόρους που έρχονται κάθε μέρα. Περισσότερα αγαθά, περισσότερα λεφτά. Άρα, περισσότερη κόκα κόλα το μεσημέρι, περισσότερα μπιφτέκια, περισσότερα τσιγάρα, περισσότερος καφές και κυρίως διπλή μπύρα το βράδυ (από τις κανονικές, όχι τις άλλες).

Πιο πλούσιες εδώ είναι οι χήρες. Υπάρχουν πολλές χήρες με πολλά παιδιά και νέες μάλιστα. Είπαμε: Τα πολλά παιδιά φέρνουν πολλά λεφτά, τα πολλά λεφτά φέρνουν πολλή δυτικού τύπου ευτυχία, η πολλή ευτυχία αυτού του τύπου φέρνει πολύ πουρί, που πάει και φράσσει σιγά σιγά τις ξεχειλωμένες αρτηρίες και έτσι ο ευτυχής ιθαγενής με το υπερδραστήριο τσουτσούνι της νεότητας του, καταλήγει να τον κλαίνε όλοι και να τον χαίρεται η χήρα του. Η μεγάλη καταβόθρα του πλούτου της οικογένειας, έγινε χους εις χουν και ανάμνηση που σιγά σιγά ξεθωριάζει. Πρώτα η φωνή του, μετά η όψη του και τέλος το ρέψιμο και η πορδή του.

Γι αυτό και κάποιες φορές τείνω να πιστέψω τις διηγήσεις του Τζόνι για τα συνεχή ξενοπηδήματά του. Έχει τόσες χήρες εδώ, που έχουν τόσες μπύρες στο ψυγείο και είναι πάντα πρόθυμες να ανοίξουν μία δύο για τον επίδοξο μαρκαλευτή τους.

- Τη βλέπεις αυτή mr. Pit, μου λέει ο Τζόνι. Αυτή είναι η Τσάλα. Όταν πάω στο σπίτι της για να της πατήσω μερικές σφραγίδες, χα χα χα, άκου σφραγίδες, με περιμένει με τις μπύρες παγωμένες. Μια φορά ήπια τόσες που μετά δε μου σηκωνόταν. Τώρα τις κρύβει, γι' αυτό και 'γω τη φτύνω. Κάτσε να την χαιρετίσω. Γκάμιτσε με, Τσάλα (το λένε και μεταξύ τους τώρα, δεν κάνω πλάκα).

Ας μη βιαστεί κανείς να κατηγορήσει τους κατοίκους της ατόλης για τα παραπάνω. Εμείς τα βλέπουμε με τα δικά μας μάτια και μας φαίνονται άσχημα και τσαντιζόμαστε. Απλά δεν τους καταλαβαίνουμε. Αν ζεις εδώ, θα δεις ότι όλα είναι απολύτως φυσιολογικά. Η ζωή είναι.... και κυλάει με χαμόγελο από όλους, παιδιά, γονείς, ηλικιωμένους. Κανείς δεν παραπονιέται, ούτε βέβαια τα παιδιά. Οι βασικές λειτουργίες της ζωής ικανοποιούνται στο έπακρο.

Τετάρτη, Μαΐου 09, 2007

Ντεμέκ ψυχίατρος

Εγώ από τη ζωή θέλω μόνο μια εκδρομή... και περισσότερες δε θα με χάλαγαν. Βγήκαμε στον ειρηνικό ωκεανό χτες και άνοιξε η ψυχή μου με τον ανοιχτό ορίζοντα. Τώρα κατάλαβα γιατί ο Καββαδίας έγραψε αυτά τα ποιήματα.

Ταξιδεύοντας σε τόσο ανοιχτούς ορίζοντες έχεις δύο επιλογές ή να αφήσεις το μυαλό σου να γίνει σα φραπές, από το κούνημα της θάλασσας και τη μοναξιά, ή να τα βρεις μαζί τους και να ψάχνεις για λέξεις και νοήματα εκ του μηδενός, να τα βλέπεις να ζωγραφίζονται στη θάλασσα και σ' ένα μπλοκάκι να τα σημειώνεις.

Το καραβάκι ήταν γεμάτο με Ελβετούς συνταξιούχους. Πιο Ελβετός συνταξιούχος όμως από όλους νομίζω ήμουν εγώ. (Δεύτερη φορά το "εγώ", γιατρέ μου). Ο χρόνος είναι σκληρός. Αφήνει ζάρες στο δέρμα και απωθημένα στην ψυχή. Λίγοι ζούσαν τη στιγμή, περισσότεροι σκέφτονταν το παρελθόν, ακόμα περισσότεροι φοβούνταν το μέλλον. Εγώ (ώπα, νάτο πάλι), τα έκανα και τα τρία μαζί με την ψυχρότητα του βλέμματος που προσφέρει ένα προχωρημένο αλτσχάιμερ.

Μια γιαγιά με τσιτωμένο πρόσωπο βρισκόταν συνέχεια μπροστά μου και μου χαμογελούσε. Κάποια στιγμή μου μίλησε:

- Χαλόου, μου λέει
- Χάι, της απαντάω
- Ωραία θάλασσα... τι σημειώνεις στο μπλοκάκι;
- Κάποιες σκέψεις
- Είσαι ποιητής;

(Επειδή το είδος της έμμετρης ποιητικής μπουρδολογίας είναι πολύ νέο ακόμα και δε συμπεριλαμβάνεται στις ανθολογίες, ήμουν τίμιος και της απάντησα αρνητικά).

- Όχι, όχι ποιητής. "Μπλόγκερ" είμαι.
- Μπλόγκερ; Γιατί βρε παιδί μου, ένα τόσο νέο, έξυπνο και ωραίο παιδί (αυτή το είπε σας ορκίζομαι) να γίνει "μπλόγκερ";

(Τώρα, ή δεν είχε ιδέα τι σημαίνει "μπλόγκερ" ή διαβάζει το Βενιζέλο).

- Εντάξει... χε... δεν είμαι πια και τόσο παιδί (όλα τα άλλα είμαι, το πιάσατε; Α ρε ψυχίατρε, κομπογιαννίτης ήσουν;)
- Και εγώ πια δεν είμαι τόσο παιδί;
- (Τώρα τι απαντάνε;)
- Πόσο χρονών με κάνεις;
- 50; (+Φ.Π.Α. 36%)
- 52 είμαι. (Η γενιά της Βίση δηλαδή).

(Τώρα έρχεται, μην είστε ανυπόμονοι;)

- Σ' αρέσουν οι ώριμες γυναίκες;
- Πιστεύω πως η εμπειρία τους... η εμπειρία τους στη ζωή εννοώ, είναι πολύ χρήσιμη για μένα... για να πάει μπροστά η σκέψη μου εννοώ... στα ζητήματα της σκέψης βέβαια... και της εμπειρίας... σε ζητήματα ασφαλώς εγκεφαλικά... γκλουπ!
- Μα ο έρωτας είναι εγκεφαλικός, πρώτα από όλα! (κρίμα και είχα κάνει τα πάντα για να με καταλάβει).
- Εγώ τον έρωτα τον έχω βγάλει από τη ζωή μου.
- Είστε ασεξουαλικός;
- Ε; εεεεεε... όχι, απλά... απλά... πά... πα... πάσχω από μια σπάνια ασθένεια, που... που... ψυχολογικό είναι... εεεεε.... για λίγο καιρό δε θα μου... αυτό... το ... το... δεν γιου νόου... μπιτ το παληκάρι... και γι' αυτό... έτσι ήρθα εδώ για να παίρνω τα φάρμακά μου και για να διαλογιστώ. Θα με βοηθήσει να... γιου νόου... πιο γρήγορα.
- Είσαι σίγουρος πως θέλει φάρμακα και δε βοηθιέται δια της φυσικής οδού;
- Έχω δοκιμάσει τα πάντα! (και με Ultrex λούστηκα).
- Αν θες πάντως να κάνουμε μια δοκιμή, εγώ εδώ είμαι.

Εκτός από πέφτουλας η Ελβετίδα Ψινάκης, ήταν και πολύ ομιλητική. Οι γυναίκες το πίστεψαν και δεν το πίστεψαν και τις επόμενες δύο ώρες, μέχρι να πιάσουμε στεριά, με κοιτούσαν στο παντελόνι με ξεδιάντροπη σκληρότητα, προσπαθώντας να βρουν ίχνη ζωής και να ξεσκεπάσουν την απάτη μου.

Οι άντρες το πίστεψαν αμέσως και έβγαλαν από τη φαρέτρα τους όλα τα ανέκδοτα, που στην πραγματικότητα προορίζονταν για τα δικά τους "έρμαια" μιας φθίνουσας στατιστικής, που περιγράφει ανόρθωση, ανάλογη με τα πρωταθλήματα του ΠΑΟΚ στο ποδόσφαιρο.

Όχι, τους τη λέω τώρα γιατί ήταν απαράδεκτοι! Γελούσαν συνέχεια. Το χουν αυτό οι άνθρωποι να γελάνε με τα δικά τους χάλια μόνο όταν προβάλλονται στους άλλους.

Στην επιστροφή, γύρισα με το ταχύπλοο της γραμμής, με ντόπιους, όπως το είχα προγραμματίσει. Έτσι κι αλλιώς, όμως, δε θα άντεχα ούτε μία ακόμα ημέρα με τους Ελβετούς, που συνέχισαν την κρουαζιέρα τους και στα άλλα νησιά. Ε ρε τι τραβάω ο άμοιρος! Όπου και να βρεθώ, γίνομαι αντικείμενο του πόθου, σκεύος ηδονής, ένας νταβραντισμένος επιβήτορας, ένα σεξ σίμπολ για να θυμηθούμε και τα παλιά.

Υ.Σ. Να σας δώσω διεύθυνση και όνομα του ψυχίατρου, να ξέρετε για να μην τύχει και πέσετε ποτέ πάνω του.

Δευτέρα, Μαΐου 07, 2007

Ο Λιακόπουλος έχει δίκιο

Ποιος να το πίστευε. Βρήκα στοιχεία στην ατόλη μας που πιστοποιούν πως το νησί κατοικούν οι "Ελ", κατά Λιακόπουλον, που όμως στερούνται σκευασμάτων αντηλιακής προστασίας. Καταρχήν βρήκα γλωσσολογικά στοιχεία στην τοπική τους διάλεκτο. Τον ψεύτη εδώ τον λένε "πασόκο", όπως και στην Ελλάδα. Το φτηνό, το ευτελές, το λένε "φούρι", μια λέξη με σαφή ετυμολογική προέλευση από το "Καρφούρ".

Έπειτα, ανακάλυψα φοβερές λαογραφικές ομοιότητες στα ήθη και τα έθιμα. Το μεσημέρι πίνουν κόκα - κόλα για ρέψιμο, το βράδυ βλέπουν μπάλλα στα μπαρ που διαθέτουν δορυφορική και πίνουν μπύρα για να πάνε ψόφιοι στην καλύβα τους και να αποφύγουν το συζυγικά υποχρεωτικό κουτούπωμα. Στη χειρότερη περίπτωση να αποφύγουν τουλάχιστο τα προκαταρκτικά.

Τέλος καπνίζουν σαν αράπηδες* (που βέβαια είναι, να μην τους αδικούμε). Εδώ που βρίσκομαι και σας στέλνω τις ανταποκρίσεις μου, αυτή τη στιγμή θυμίζει τοπίο στην ομίχλη ή καράβι των Μινωικών που πάει για Κρήτη.

Το μεσημεράκι έγινε κάτι περίεργο. Με βρήκε στο δρόμο μια νεαρή κοπέλα, στρουμπουλή πολύ, με όμορφο πρόσωπο και νεανικό δέρμα. Μου είπε πως είναι η μάνα του Τίκο, η Σύλβα. Μου είπε πως με ευχαριστεί πολύ που βόηθησα το γιο της να μην τον δουν οι Αστυνόμοι (αυτός ήταν ο Τίκο) και πως ο γιος της δεν είχε κάνει κάτι άσχημο παρ' όλα αυτά.

Μου χαμογέλασε γλυκά και έκανε να φύγει. Της είπα ένα ξερό "περίμενε!" Αστραπιαία σκέφτηκα πως αν ρωτούσα τον Τζόνι θα απέφευγε να μου απαντήσει στα ίσια. Της είπα πως αν θέλει κάποια στιγμή να μου μιλήσει γι' αυτό ή για ο,τιδήποτε άλλο, να την κερνούσα αυτή και τον σύζυγό της ένα ποτήρι κρασί στην καλύβα μου. Μου είπε πως δεν έχει πια σύζυγο και αφού χαμογέλασε, με προσπάθεια αυτή τη φορά, έφυγε.

Νύχτωσε πια για τα καλά. Περασμένα μεσάνυχτα. Περιμένει κι ο Τζόνι δίπλα μου, ροχαλίζοντας σχεδόν, αλλά ευτυχισμένος μάλλον, που γλίτωσε το σφραγίδωμα, για να με πάει σπίτι. Αύριο ξημερώνει Τρίτη. Όχι ότι έχουν και καμιά σημασία οι ημέρες. Τα ίδια. Έτσι κανόνισα μια μίνι κρουαζιέρα σε κοντινό νησάκι, με τον σκυλοπνίχτη που αράζει κάθε δυο μέρες στο λιμανάκι μας.


*Μη το πάρει κανείς αυτό για ρατσιστικό σχόλιο. Εγώ πολύ θα ήθελα να είμαι νέγρος. Έχω όλα τα προσόντα εκτός από το χρώμα. (Συμπεριλαμβανομένων και των νέγρικα καλών οπισθίων - για τις κυρίες αυτό, που ξέρω ότι μετράει όλο και περισσότερο).

Κυριακή, Μαΐου 06, 2007

Τα χτύπησα τα μπυρόνια μου

Ένα αποτέλεσμα έχει ένα ή παραπάνω αίτια. Το αποτέλεσμα ασφαλώς είναι η αυξημένη λίμπιντο της σημερινής ημέρας. Το αίτιο θα μπορούσε να ειναι το γεγονός ότι τα νέα στην ατόλη διαδίδονται με την ταχύτητα του ήχου και πάνω από το μισό νησί με καλημερίζει πλέον, αφού με συνήθισε, στα ελληνικά. Πόση παρότρυνση πια στο θέμα να αντέξω;

Θα μπορούσε, επίσης, να είναι τα σύννεφα που μαζεύονται απειλητικά στον ουρανό από το πρωί και που παίρνουν όλα αυτά τα αλλόκοτα σχήματα πολύ ωραίων γυναικών στα τέσσερα, μπρούμυτα και ανάσκελα ή απλά να είναι η χθεσινή πίεση που δέχτηκα από το συμβάν με την εξουσία. Η πίεση αυτού του είδους έχει την τάση να μεταφέρεται στο κέντρο του σώματος έλεγε ο Έριχ Φρομ.

Ε, το κέντρο του σώματος είχε μια πίεση πάνω από 60 μπαρ. Στην καλύβα είμαι μόνος και οι πιο κοντινοί γείτονες είναι 2 χιλιόμετρα από δω. Παρ' όλα αυτά ποτέ δεν ξέρεις. Έκλεισα τα υποτυπώδη παντζούρια και έβαλα πίσω από την πόρτα μια πετσέτα για την κλειδαρότρυπα. Βγήκα έξω για να επιθεωρήσω. Από τα παράθυρα δε φαινόταν τίποτα. Από την κλειδαρότρυπα το ίδιο.

Μπήκα μέσα στην καλύβα. Ξαναβγήκα όμως αμέσως. Σκέφτηκα όλες τις πιθανές περιπτώσεις να έρθει κάποιος απρόσμενα και να μην τον ακούσω. Αν έρθει με αμάξι θα τον ακούσω σίγουρα. Αν έρθει με τα πόδια όμως; Το πιθανότερο είναι να τρέμει η καλύβα. Κι αν είναι ο Τζόνι; Προσπάθησα να σκεφτώ πόση ώρα θα έκανε κάποιος για να διανύσει την απόσταση από κει που έφτανε το μάτι μου με τα πόδια. Σίγουρα πέντε λεπτά. Ε και άλλα πέντε που θα μου χαρίσει ο Θεός.

Τέλος πάντων, ας μην είμαι και ψιλολόγος, ιδίως όταν είχα πιο χοντρά ζητήματα να επιλύσω. Ξαναμπήκα μέσα, κλείδωσα και έβαλα μια ωραία ταινία στο λάπτοπ να παίζει, κλασική, κρίμα που δεν έχει πάρει όσκαρ. Άνοιξα μια μπύρα για να απολαύσω την ταινία, αλλά από απροσεξία μου χύθηκε αμέσως. Απόλαυσα όμως τη δεύτερη.

Κάπου εκεί έχασα και το ενδιαφέρον μου για το αριστούργημα της 7ης τέχνης, έκλεισα το λάπτοπ και πήγα για μπάνιο στη θάλασσα. Με τόσο ανάλαφρα πια πόδια - μου το προκαλεί αυτό ο κινηματογράφος - ήμουν έτοιμος να φτάσω στη θάλασσα με τσιγκολελέτα.

Υ.Σ. 1 Αν κάποιος πίστεψε διαβάζοντας τα παραπάνω ότι έγινα αλκοολικός ή δεν προσέχει ή δεν έχει φαντασία.
Υ.Σ. 2 Υπάρχουν δύο ειδών άντρες: οι ψεύτες και οι μαλάκες. Ποιος-α από σας θέλει έναν ψεύτη για παρέα;
Υ.Σ 3 Πολύ κρίμα να χάνεται έτσι υλικό που θα έπρεπε να μπολιάζει εύφορα χωράφια και να παράγει καρπούς.

Σάββατο, Μαΐου 05, 2007

Συζήτηση με τις αρχές

Πιο πολύ από ο,τιδήποτε μπορεί κανείς να συναντήσει σε ένα δρόμο και έχω συναντήσει πολλά, με συγκινούν τα παιδιά εκείνα που περπατούν μηχανικά, τρεκλίζοντας ελαφρά, που έχουν χαθεί στις σκέψεις τους και πιο πολύ στο πρόσωπο τους βλέπεις να ονειρεύονται, παρά να έχουν επαφή με το δρόμο και την πραγματικότητα. Ίσως επειδή κι εγώ μικρός είχα κουτουλήσει σε αμέτρητες κολώνες κάνοντας όνειρα για να ξεφύγω απ' αυτή.

Είδα μια τέτοια σκηνή το μεσημέρι αφού βγήκα από το νετ μπαρ. Ένας πιτσιρίκος γύρω στα 10, ίσως λίγο μικρότερος, φορώντας τα κουρέλια που φορούν εδώ με τις κινέζικες στάμπες περπατούσε κάθετα σε μένα, χωρίς να με βλέπει μάλλον, καθώς ήμουν στη σκιά και ακίνητος. Μουρμούριζε και χαμογελούσε μόνος του. Απομακρυνόταν, όταν ξαφνικά στύλωσε τα πόδια του στο έδαφος και άρχισε να τρέχει προς τα πίσω. Κρύφτηκε σε ένα πράσινο σιδερένιο βαρέλι, από αυτά που αποθηκεύουν εδώ το πετρέλαιο. Το καμουφλάζ του όμως ήταν απαράδεκτο από όλες τις απόψεις.

Γύρισα πίσω το βλέμμα μου να δω τι τον είχε φοβήσει. Ο ξανθομπούμπουρας Αμερικάνος μπάτσος με το σκαμμένο πρόσωπο και το rayban γυαλί, περπατούσε αργά και συζητούσε με τον τοπικό Bad Spencer, που φορούσε και αυτός στολή.

Κοίταξα προς το βαρέλι πάλι και συγγνώμη αν διακόπτω την επιτέλους σοβαρή μου αφήγηση, αλλά τα πήρα στο κρανίο με τον μικρό που αδυνατούσε να κρύψει στοιχειωδώς τις κωλάρες του. Πετάχτηκα καταμεσίς του δρόμου 10 μέτρα μακριά από το βαρέλι και άρχισα να κοιτάω τον ουρανό. Αν έβρισκα κάτι καλύτερο εκείνη την ώρα θα το έκανα, εντάξει;

Ο λεχρίτης αστυνόμος άρχισε μάλλον να με δουλεύει, κοιτάζοντας κι αυτός ψηλά. Ο Bad Spencer έχασκε ήδη από ώρα.

- Δε βλέπω να το πάει για βροχή, μου λέει.
- Μπα, δύσκολα. Αφού δεν έχει ούτε ένα σύννεφο, του απαντάω.
- Σ' αρέσουν οι καθαροί ουρανόι;
- Τους λατρέυω. Στην πατρίδα μου δεν έχουμε αυτό το προνόμιο συχνά.
- Εγώ ξέρω ότι ούτε στην Ελλάδα έχει πολλά σύννεφα.
- Ας το διάλο κωλόμπατσε, που τα ξέρεις όλα! είπα από μέσα μου. Έχει όμως πολλές διαδρομές από αεροπλάνα και χαλάνε όλη την ομορφιά. Την ξέρεις την Ελλάδα; (και κατεβάζω το κεφάλι, καθώς ήδη είχα ξεφτιλιστεί επαρκώς).
- Πως, πως... "Ακρόπολις", "γκίρος", "Ιωάννης Μελισσανίδης".

Δύο παρατηρήσεις: Πρώτον, να και ένας ξένος που δεν ξέρει το "μαλάκας". Δεύτερον, τον Ιωάννης Μελισσανίδης!!!!;;;;

- Ξέρεις τον Ιωάννης Μελισσανίδης;
- Ναι βέβαια. Ήμουν "τσιφ οφ σεκιούριτι" στο στάδιο που πήρε το χρυσό το '96 στην Ατλάντα. (Έτσι ναι, εξηγείται). Σ' αρέσει ο Ιωάννης Μελισσανίδης;
- Κάνει πολύ ωραίες τούμπες.
- ...Αναρωτιώμουν, τι να κάνει ένα νέο παιδί τόσες μέρες στην ατόλη μας μόνο του. Εδώ δεν έχει άγριες νύχτες, ούτε διασκέδαση, ούτε ωραίες γυναίκες;
- (Η κουφάλα εκεί το πήγαινε). Ναι αλλά έχει ηρεμία, ψάρεμα και έχω πάρει μαζί μου και το λάπτοπ που το έχω γεμίσει με βιντεάκια της Πάμελα Άντερσον... χα χα χα χα! (Μόνος μου γέλασα) χα.... χα....
- Έχεις βγάλει άδεια για το ψάρεμα; (Παντού οι ίδιοι είναι οι μπινέδες).
- Από τα ψάρια; Χα χα χα... (στο σημείο αυτό η εξουσία έχει αρχίσει να υποτάσσει το χιούμορ καθώς είχε όλο το δίκιο με το μέρος του να με αφήσει να γελάω μόνος μου). Με καλάμι ψαρεύω, θέλω άδεια;
- Όχι, μόνο αν βγεις με βάρκα.
- Τις φοβάμαι τις βάρκες.
- Γεια σου Πίτ... Enjoy your staying here... και φεύγουν έτσι απλά, έχοντας εκτελέσει στο έπακρο το αντιτουριστικό τους καθήκον.

Δύο παρατήρήσεις πάλι: Πρώτον, η κουφάλα μέχρι και το όνομα μου ήξερε. Δεύτερον, κρίμα που δεν είχε μάθει το καλημέρα στα ελληνικά.

- Μικρέ! (φώναξα) ο,τι και αν έχεις κάνει, έβγα έξω και φεύγα.

Υ.Σ. Κάποιες ιστορίες τις παρατραβάω για να βγάζουν γέλιο. Σ' αυτή την ιστορία έκοψα διαστάσεις, πάλι για να βγάζει γέλιο, καθώς ήταν μάλλον τρομαχτική. Αν και σπάνια το συνειδητοποιώ αυτό, όταν ζω τέτοιες καταστάσεις. Μην τα πει κανείς στη μάνα μου μόνο.

Παρασκευή, Μαΐου 04, 2007

Ο Διοικητής της Ατόλης

Νύχτωσε πια στην ατόλη μας και εγώ πάλι στο νετ μπαρ. Έχουν βαρεθεί να με βλέπουν ... και το πρωί εδώ ήμουν. Γεμάτη η μέρα όμως και πάλι σήμερα. Βόλτες με το κάμπριο, μπάνιο, ψάρεμα.

Το πρωί συνάντησα και τη Ρέτζα με μια φίλη της στο χωρίο. Γκάμιτσε με! μου φώναξε η Ρέτζα και αφού την ρώτησε πρώτα, αμέσως μετά και η φίλη της. Good Morning τους απαντάω εγώ και κοκκίνησαν τα μούτρα μου ελαφρώς. Αν μάθουν καμιά μέρα ότι το "Γκάμιτσε με" δε σημαίνει καλημέρα, θα πρέπει να αλλάξω ατόλη.

Βγαίνοντας από το καφέ, είδα τις αρχές του τόπου να διασχίζουν το δρόμο προς το Κυβερνείο. Επέστρεψε στο νησί ο Διοικητής της ατόλης και άλλων 7 νησιών της περιοχής, από την περιοδεία του. Μια κομπανία από τις λίγες.

Μπροστά πήγαινε αυτός με μάυρο ριγέ κουστούμι, φαρδύ στέρνο, φαρδύτερο μέτωπο με ελαφριά καράφλα και μάγουλα τζουτζούκου. Η κοιλιά του εξείχε μπροστά του σαν ευτραφέστατος πισινός κι αν μιλήσουμε για τον ίδιο τον κάθιδρο πισινό... έμοιαζε με ανατροπή νταλίκας.

Πίσω του με το ίδιο βαρύ βήμα που έδινε ο αρχηγός ακολουθούσε το κοπάδι των βισσώνων. Άλλος κρατούσε τη βαλίτσα του αρχηγού, άλλος τα χαρτιά του, άλλος έκανε πως κοιτάει αριστερά δεξιά πονηρά σα μπράβος και ένας κρατούσε ένα μικρό ψυγειάκι, προφανώς μήπως πεινάσει ο αρχηγός εν μέσω του δρόμου.

Μπροστά πάλι, ο κυβερνήτης είχε δίπλα του τη γραμματέα του αλλά δεν ξέρω αν τον άκουγε τι της έλεγε, γιατί εξαιτίας των περιφερειών και των δύο η απόστασή τους ήταν πάνω από μέτρο. Δεξιά του ήταν ένας ξερακιανός ξανθός με σκαμμένο δέρμα, στολή και πιστόλι, προφανώς ο αστυνόμος σερίφης εξ Αμερικής.

Κοντολογίς, αν ο ξανθός αντί για πιστόλι κρατούσε εξαπτύρυγο και ήταν λίγο πιο μπροστά, η κουστωδία ήταν η δική μας "Ιερά Σύνοδος" τάλε κουάλε.

Τα μάτια του κυβερνήτη ήταν μικρά και καλά χωμένα στη σάρκα του. Καθώς πλησίαζε είδα τις κόρες του να παίζουν γρήγορα για να δουν αν όλα ήταν στη θέση τους. Άπαντες είχαν σταματήσει και χαιρετούσαν. Τα βλέμματά μας συναντήθηκαν για δυο δευτερόλεπτα. Πίσω από τη χοληστερίνη κυριαρχούσε η ευφυία του, που στα δευτερόλεπτα εκείνα προσπάθησε να με υποτάξει.

Ο αρχηγός μιας αγέλης είναι αρχηγός γιατί σε κλάσματα δευτερολέπτων μπορεί να διακρίνει ποιον δεν μπορεί να υποτάξει... και το δικό μου βλέμμα κρύβει σίγουρα τον ανυπότακτο σαρκασμό μου. Την άποψη μου που διαβάσατε για την κουστωδία του, την είδε κι εκείνος με μια ματιά. Το κρίμα είναι ότι το μόνο που θα μάθει για μένα ρωτώντας τους ρουφιάνους του πια, είναι το καλημέρα στα ελληνικά.

Πέμπτη, Μαΐου 03, 2007

Ένα από εκείνο με τη σαντιγύ που έχει από πάνω από τη σοκολάτα, παρακαλώ

Βραδάκι σήμερα που σας γράφω και είμαι σε ένα από τα μπαρ της πρωτεύουσας, που έχουν σύνδεση με το Ίντερνετ. Ο μπάρμαν, που τον λέω Έλβις, γιατί έχει μια μεγάλη φράντζα που τη γλύφει προς τα επάνω και γιατί όσο μεγάλο και να 'ναι το ρούχο που φοράει του είναι τελείως κολλητό, τσαντίζεται κάθε φορά που δεν παίρνω μπύρα. Αλλά μετά του περνάει.

Ο Τζόνι έρχεται πάντα μαζί μου και μου συστήνει τους φίλους του από δυο και τρεις φορές και γελάμε όλοι μαζί και ρίχνουμε και κάνα ρέψιμο. Λίρα εκατό ο Τζόνι. Ομιλητικός πολύ, ξέρει τα πάντα για τους πάντες:

- Αυτός, μου λέει, δε μιλιέται με εκείνον γιατί πρέπει να έχει πάει με τη γυναίκα του.
- Άσε ρε, του λέω και που το ξέρεις εσύ;
- Έχω πάει κι εγώ μαζί της και μου τα λέει.

... τυχερός που δε μου μπήκε καμιά μύγα στο στόμα, από αυτές που είναι σαν ιπτάμενες μπριζόλες

- Το ξέρει ρε η Ρέτζα ότι σφραγίζεις κι άλλα φάκελλα στο νησί;

Μ' αρέσει ο Τζόνι γιατί πάντα γελάει δυνατά, ακόμα και με τα πιο κρύα μου. Με θεωρεί τον πιο αστείο άνθρωπο επί γης. Και που να γνώριζε και τον Αρναούτογλου.

- Και δε μου λες βρε Τζόνι, που ήθελα να σε ρωτήσω, έτσι, επειδή λέμε και καμιά σαχλαμάρα (η λέξη αυθαίρετα την παραθέτω τώρα στη μετάφραση, καθώς από συνειρμό μάλλον μου ήρθε, λόγω του ονόματος που παρέθεσα μόλις), εδώ στο νησί (αυτό ξαναδιαβάστε το με πολύ λεπτή φωνή σαν τον Γιώργο Κωνσταντίνου)... βήξτε λίγο.... εδώ στο νησί (κανονικά πια), έχει καμιά ξερακιανή, έτσι σαν κι εμάς, που να είναι έτσι από πάνω με σαντιγύ και σοκολάτα από κάτω...;
- Ααα! μου λέει με αηδία. Τι να τις κάνεις αυτές; Δεν κάνουν καλό σεξ. Οι γυναίκες είναι σαν τα ψάρια. Όσο πιο μεγάλο το ψάρι που βγάζεις από τη θάλασσα τόσο πιο πολύ το ευχαριστιέσαι. Άσε που τρως μετά και περισσότερο.

Αυτό είναι το κακό με τις παραβολές, κατάλαβες; Πως να του απαντήσεις τώρα; Ευτυχώς συνέχισε αυτός:

- Αλλά, είναι και μερικές έτσι όπως τις θέλεις εσύ... όλο κόκκαλα. Είναι δυο, τρεις που τους έχουν κόψει το στομάχι, όπως εμένα (αυτό το ήξερα από χτες), είναι η δασκάλα, που όμως είναι παντρεμένη με αυτόν που κάθεται στις δυο καρέκλες, είναι μια από τις αμερικάνες που μένουν στο νησί, που είναι πολύ όμορφη, αλλά λένε ότι τα έχει με τον αστυνόμο μας, που είναι κι αυτός κωλό - Αμερικάνος. Είναι και η ανηψιά της Ρέτζα, ακόμα πιο όμορφη, αλλά αν την πλησιάσεις θα σου κόψει τα μπαλάκια σου ο κουνιάδος μου, ο μπάρμαν.

Ρε παιδιά! Γνωρίζει κανείς από εσάς αν λειτουργεί το άλλο αυτόνομα, χωρίς μπαλάκια, ή τζάμπα ονειρεύομαι;

Υ.Σ. Αυτή η τσούπρα που μου έστειλε μέιλ και είπε τα νησιά Κιριμπάτι, νησιά Κικιμπίκι, δε θα μείνει ατιμώρητη... θα προβώ σε αντίποινα με την πρώτη ευκαιρία.

Τετάρτη, Μαΐου 02, 2007

Fax machine στην καλύβα και εξομολογήσεις μεταξύ ανδρών

Εκτός από σούπερ γουάου ψαράς, πρέπει να σας ενημερώσω ότι είμαι και νοικοκύρης. Σουλούπωσα την καλύβα μου και να την έκανα ένα μικρό παλατάκι. Η γυναίκα του Mr. Tampourine βαριόταν μάλλον και έτσι κανόνισα με τον Τζόνι να φέρει τη δική του γυναίκα, τη Ρέτζα και από χθες οι τρεις μας δουλεύαμε ασταμάτητα.

Το πρωί ήρθαν από τα χαράματα. Το συνηθίζουν εδώ να ξεκινούν πολύ νωρίς την ημέρα τους. Κοιμόμουν του καλού καιρού όταν άκουσα το αυτοκίνητο. Σήκωσα το κεφάλι μου και είδα από τη σίτα στο παράθυρο το Mazda να έρχεται μονόπαντα πάνω στις δύο δεξιές ρόδες. Η γυναίκα του Τζόνι παίρνει με άνεση το χρυσό βραβείο της καλύτερης ανθρώπινης σωσία της φάλαινας δολοφόνου. Ο κακόμοιρος ο Τζόνι δίπλα της είναι σαν κοκοβιός. Αφού, άμα περάσει γιαπωνέζικο φαλαινοθηρικό από την περιοχή την κρύβουν, για να μην την καμακώσουν οι άτιμοι.

Μπαίνουν μέσα στην καλύβα με μια άνεση και οι δύο, Good Morning mr. Pit, μου λένε (ως Pit συστήνομαι σε όλους εδώ) και έχουν το τσιγάρο στο στόμα και οι δύο. "Ρε παιδιά τους λέω, το τσιγάρο έξω από την καλύβα", αλλά που να καταλάβουν αυτοί ελληνικά.

"How do you say Good Morning in Greece", μου λέει η Ρέτζα. "Γάμησε με", της λέω. "Άαα γκάμιτσε με, γκάμιτσε με". "Ειλικρινά κούκλα μου", της απαντώ με τη μούρη κολλημένη στο στρώμα, "δεν μπορώ να σκεφτώ, με ποια διαδικασία θα μπορούσε να γίνει αυτό". Πάλι στα ελληνικά.

"Γκάμιτσε με mr. Pit", επεμβαίνει και ο Τζόνι. Αυτός πάντως σίγουρα το χρειάζεται για τα 200 Δολάρια, που μου πήρε προχτές και άλλα διακόσια που θα του δώσω αν πάει καλά η συνεργασία μας.

Φτιάξαμε τόσα πράγματα! Βάλαμε σίτες παντού, βάλαμε ντουζιέρα σε μια γωνιά της καλύβας και την κλείσαμε με καλαμένιους τοίχους, βάλαμε και λεκάνη στην τουαλέτα, που είχαν πιαστεί τα γόνατά μου από την εναέρια ισορροπία κατά τη διαδικασία της αποστολής φαξ. Βάλαμε και καζανάκι, αλλά θα κόψουμε τη γυμναστική με τον κουβά αναγκαστικά.

Κάποια στιγμή κάτσαμε με τον Τζόνι στα σκαλάκια της καλύβας που είναι υπερυψωμένη ένα μέτρο περίπου. Η Ρέτζα έπλενε τις κατσαρόλες στην παραλία με αλατόνερο. Αυτός κάπνιζε πάλι.

- Καλή γυναίκα, του λέω, έχεις.
- Και σέξι, μου λέει και γελάει. Εγώ πάντως κρατήθηκα, το ορκίζομαι.
- Μπορείς και την κουμαντάρεις όμως ρε μπαγάσα; (dude στα αγγλικά).
- Το καλύτερο σεξ που μπορείς να φανταστείς, Mr. Pit.
- Δηλαδή;
- Δηλαδή τη βάζεις μπρούμυτα, και πέφτεις από πάνω της στα μαλακά, σου τυλίγει με τις χερούκλες της την πλάτη και εσύ αρχίζεις το ντούπου, ντούπου με όλη σου τη δύναμη. Σου έχει τύχει να είσαι απο πάνω Mr. Pit και να αγκαλιάζουν την πλάτη σου;
- Ναι, αλλά ήταν άλλη από κάτω και άλλη από πάνω, του λέω και θυμήθηκα πόσο ωραίο συναίσθημα ήταν αυτό όντως. Αφού με θαύμασε για λίγα δευτερόλεπτα, συνέχισε την ενδιαφέρουσα διήγησή του:

- Αν πάλι είσαι κουρασμένος, κατεβάζει τα χέρια της, σε πιάνει από τα πισινά σου και σε ανεβοκατεβάζει αυτή, με όλη της τη δύναμη. Great feeling Mr. Pit... και μ' αφήνει άναυδο για λίγα δευτερόλεπτα. Λες, μα τα χίλια κατάρτια;
- Φαντάζομαι, σα να είσαι σφραγίδα, του λέω και του δείχνω... Το οποίο αστείο αν και κρύο, πολύ του άρεσε γιατί του 'φυγε το τσιγάρο από το στόμα και έμεινε μόνο με τα δυο του δόντια να μου χαμογελάει πριν σκύψει για να το μαζέψει...

- Ήθελα να ξερα ρε Τζόνι, τι βάσανα μπορεί να έχετε για να καπνίζετε όλοι σας τσιμινιέρες; Αφού όλα εδώ είναι όμορφα, έχετε ηρεμία, έχετε αυτή τη θάλασσα, την ομορφιά, έχετε χιούμορ, ζείτε όμορφα. Μήπως έχετε άγχος, γι' αυτό που λένε ότι σε δέκα χρόνια θα βουλιάξουν τα νησιά;
- Μπα Mr. Pit, μου λέει, ποιος τα πιστεύει αυτά;
- Τότε;
- Έχουμε κι εμείς τα προβλήματά μας Mr. Pit, τα προβλήματά μας, μου χαμογελάει και σηκώνεται για να συνεχίσει τη δουλειά του.

Υ.Σ. Τώρα είναι απογευματάκι. Τελειώσαμε πριν από δυο ώρες και ήρθα για να σας γράψω ανταπόκριση. Θέλω να σας ζητήσω συγγνώμη που δεν μπαίνω πια τόσο συχνά στα μπλογκς σας και χάνω λεπτομέρειες, αλλά καθώς εξοικειώνομαι με το περιβάλλον εδώ, γρήγορα πιστεύω ότι θα ξανακυλήσω στο βούρκο της ακολασίας των ελληνικών μπλογκς.